Παρασκευή , 29 Νοέμβριος 2024

Παγκόσμια Ημέρα Υγείας 2017: Η κατάθλιψη στην Ελλάδα της κρίσης

Τα τελευταία οκτώ χρόνια περίπου η χώρα μας βιώνει μια βαθιά δημοσιονομική κρίση, στο πλαίσιο της ευρύτερης κρίσης της Ευρωζώνης, η οποία έχει φέρει, μεταξύ άλλων, αλλεπάλληλες μειώσεις στο διαθέσιμο εισόδημα της ελληνικής οικογένειας, περισσότερη ανεργία σε όλες τις παραγωγικές ομάδες του πληθυσμού, εργασιακή ανασφάλεια και «φυγή μυαλών» στο εξωτερικό. Οι δυσμενείς αυτές συνθήκες δεν θα μπορούσαν να αφήσουν ανεπηρέαστη την ψυχική υγεία των Ελλήνων, οι οποίοι δέχονται χρόνο με τον χρόνο όλο και περισσότερες πιέσεις.

Επιμέλεια κειμένου: Σαριγκουλέ Στέλλα

Η επιδείνωση της ψυχικής υγείας δεν είναι φαινόμενο εθνικό, αλλά αντανακλά και αντανακλάται από την κατάσταση που επικρατεί διεθνώς. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), πάνω από το 4% του παγκόσμιου πληθυσμού –ποσοστό που αντιστοιχεί περίπου σε 322 εκατομμύρια ανθρώπους– πάσχει από κατάθλιψη, με τη συγκεκριμένη ψυχική νόσο να αποτελεί πλέον την κυριότερη αιτία αναπηρίας στον κόσμο.

Με δεδομένη την κατάσταση αυτή, ο ΠΟΥ επέλεξε το θέμα της φετινής Παγκόσμιας Ημέρας Υγείας να είναι η κατάθλιψη.

Με αφορμή τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα Υγείας, το Onmed.gr απευθύνθηκε στην Εταιρία Κοινωνικής Ψυχιατρικής και Ψυχικής Υγείας (ΕΚΨ & ΨΥ) και μίλησε με τον κ. Αντώνη Κατσαμάγκο, Ψυχολόγο, καθώς και με την κα Μαρία Λαζαρίδου, Ψυχίατρο και Επιστημονική Διευθύντρια της ΕΚΨ & ΨΥ, για την ψυχική νόσο της κατάθλιψης αλλά και για τη σχέση κρίσης και κατάθλιψης και το πώς αυτή έχει επηρεάσει τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια.

1. Πώς έχει επηρεάσει την ψυχική υγεία των Ελλήνων η οικονομική κρίση των τελευταίων ετών;

Α.Κ.: Το πώς θα βιώσει ένα άτομο μια κρίση εξαρτάται τόσο από την υποκειμενική αντίληψη ενός γεγονότος ως απειλητικού όσο και από το ίδιο το γεγονός. Στην περίπτωση της οικονομικής κρίσης υπάρχουν παράγοντες της οικονομικής ζωής που λειτουργούν επιβαρυντικά στην ψυχολογία του ατόμου. Οι παράγοντες αυτοί μπορεί να είναι αντικειμενικοί (όπως η ανεργία και η αντικειμενική αδυναμία αποπληρωμής οικονομικών υποχρεώσεων) και υποκειμενικοί, στον βαθμό που η δράση τους εξαρτάται από την υποκειμενική αντίληψη του ατόμου. Το συναίσθημα της εργασιακής ασφάλειας και της επάρκειας του εισοδήματος διαφέρει από άτομο σε άτομο και σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την υποκειμενική αίσθηση ασφάλειας και τον βαθμό ικανοποίησης από το εισόδημά του.

Όσον αφορά τα ατομικά χαρακτηριστικά, ιδιαίτερη σημασία έχει ο τρόπος με τον όποιο είχε επιτευχθεί η προσαρμογή στην προ της κρίσης κατάσταση. Ατομικές διαφορές στη διαχείριση των χρημάτων, όπως τάσεις εξοικονόμησης χρημάτων ή συσσώρευσης χρεών, το τι ο καθένας από εμάς είχε θεωρήσει σημαντικό στη ζωή του και είχε επενδύσει σε αυτό και ο βαθμός ικανοποίησης από τις επιλογές του είναι κάποιοι από τους παράγοντες που θα επηρεάσουν τον τρόπο επεξεργασίας των απωλειών που σηματοδοτεί η κρίση. Τέλος, χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, όπως η ανοχή στη ματαίωση, η ανάγκη αίσθησης ελέγχου των καταστάσεων, το αίσθημα προσωπικής αξίας κ.ά., καθώς και ο τρόπος που είχαν επιλυθεί προηγούμενες κρίσεις, είναι δυνατό να οδηγήσουν σε διαφοροποιημένες αντιδράσεις.

Όλες οι αλλαγές στους παραπάνω παράγοντες συμβαίνουν εντός μιας περιρρέουσας ατμόσφαιρας, η όποια διαμορφώνεται από όσα δημόσια λέγονται για την οικονομική κρίση αλλά και τη συμβίωση των ανθρώπων στον δημόσιο χώρο. Η ατμόσφαιρα αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί «δίνει» τον συναισθηματικό τόνο και διαμορφώνει μια κοινή αντίληψη, μια μοιρασμένη εμπειρία, στοιχεία από τα οποία θα προκύψουν οι ατομικές διαφοροποιήσεις στην αντιμετώπιση και στην προσαρμογή της κρίσης. Για παράδειγμα, μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα επικείμενης καταστροφής κινητοποιεί διαφοροποιημένες αντιδράσεις απέναντί της. Κάποιοι θα επιλέξουν να προστατευτούν αποσυρόμενοι, άλλοι θα προτιμήσουν να «πολεμήσουν», θεωρώντας την αποτέλεσμα παραπληροφόρησης, ενώ δεν λείπουν και εκείνοι που θα την δουν ως ευκαιρία για να αποκομίσουν κέρδη, αυξάνοντας τις δραστηριότητες τους.

2. Πόσοι άνθρωποι στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία αλλά και με εκτιμήσεις, έχουν εκδηλώσει κατάθλιψη και/ή αγχώδεις διαταραχές λόγω των οικονομικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα;

Α.Κ.: Δεν υπάρχουν στοιχεία που να μας δίνουν τον αριθμό των ανθρώπων που εκδήλωσαν μια ψυχική νόσο λόγω των οικονομικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα. Ωστόσο, όλες οι έρευνες που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης δείχνουν μια επιβάρυνση της ψυχικής υγείας του πληθυσμού, με αύξηση του άγχους και των καταθλιπτικών συμπτωμάτων. Ενδεικτικά, μπορούμε να αναφέρουμε την Εθνική Μελέτη Νοσηρότητας και Παραγόντων Κινδύνου που πραγματοποίησε το 2014 η Ιατρική Σχολή σε συνεργασία με όλες τις Ιατρικές Σχολές των ελληνικών πανεπιστημίων και το Πάντειο Πανεπιστήμιο, όπου βρέθηκαν υψηλά ποσοστά άγχους και κατάθλιψης (24% και 16% αντίστοιχα) τα οποία συσχετίστηκαν με την ανεργία.

3. Τι δείχνουν τα διαθέσιμα στοιχεία για την αυτοκτονικότητα τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα;

Α.Κ.: Δεν υπάρχουν διαθέσιμα επίσημα στοιχεία. Πρόκειται για ένα σοβαρό θέμα που χρήζει πολύ προσεκτικής προσέγγισης. Η αυτοκτονία δεν μπορεί να συνδεθεί αποκλειστικά με την κατάθλιψη.

4. Οι άνδρες ή οι γυναίκες έχουν επηρεαστεί πιο βαθιά, όσον αφορά την ψυχική τους υγεία, από την οικονομική ύφεση;

Α.Κ.: Δεν υπάρχουν δεδομένα που να μας επιτρέπουν να συμπεράνουμε με ασφάλεια ότι υπάρχει διαφορά στον βαθμό που επηρεάστηκε η ψυχική υγεία ανάμεσα στα δύο φύλα.

5. Ποιες ψυχολογικές πιέσεις δέχονται σήμερα οι νέοι στη χώρα μας;

Α.Κ.: Η σημαντικότερη δυσκολία που έχουν να αντιμετωπίσουν οι νέοι σήμερα είναι ότι καλούνται να αναπτυχθούν και να δημιουργήσουν μέσα σε ένα περιβάλλον που απουσιάζει η προοπτική. Μέσα στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα της «χαμένης γενιάς». Επίσης, η ανεργία είναι μια πολύ σημαντική πίεση ψυχικά, καθώς περιορίζει, αν όχι μηδενίζει, τη δυνατότητα αυτονομίας, δημιουργίας και ανάπτυξης.

6. Οι Έλληνες στρέφονται συχνότερα στην ψυχοθεραπεία ή στη φαρμακευτική αγωγή για να αντιμετωπίσουν την κατάθλιψη;

Α.Κ.: Δεν έχω υπόψη μου κάποια στοιχεία που να απαντούν σε αυτό το ερώτημα. Η αίσθηση μου είναι πάντως ότι γενικότερα οι Έλληνες αναζητούν πλέον ευκολότερα βοήθεια, αφού τόσο η ψυχοθεραπεία όσο και η αντικαταθλιπτική φαρμακευτική αγωγή έχουν σε σημαντικό βαθμό «αποενοχοποιηθεί».

7. Το στίγμα της κατάθλιψης παραμένει ισχυρό ακόμη και σήμερα, καθώς αρκετοί άνθρωποι την θεωρούν αδυναμία χαρακτήρα και όχι «πραγματική» νόσο. Μπορούμε να εξαλείψουμε έναν τέτοιο μύθο και, αν ναι, πώς;

Α.Κ.: Η άποψη αυτή φαίνεται συχνά να στηρίζεται στη σύγχυση που δημιουργείται ανάμεσα στη χρήση του όρου «κατάθλιψη» στην καθημερινότητα, προκειμένου να δώσουμε έμφαση στην θλίψη που μπορεί να αισθανόμαστε, και στην κατάθλιψη ως κλινική νοσολογική οντότητα. Η ενημέρωση σίγουρα θα βοηθήσει στο να υπάρξει η διάκριση. Επίσης, είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η αναγνώριση μιας δυσκολίας και η αναζήτηση βοήθειας για την επίλυσή της είναι μια υγιής συμπεριφορά και όχι αδυναμία.

8. Πώς αντανακλάται η κατάθλιψη και η ψυχολογική επιβάρυνση της κρίσης γενικότερα στην παραγωγικότητα των Ελλήνων εργαζομένων;

Α.Κ.: Η κατάθλιψη επηρεάζει σαφώς τη δυνατότητα ενός εργαζόμενου να είναι παραγωγικός, καθώς συχνά επικρατούν συμπτώματα απώλειας ενδιαφέροντος, απόσυρσης, δυσκολίας συγκέντρωσης, αίσθημα κόπωσης κ.ά. Ωστόσο, πρέπει να διευκρινιστεί ότι η απάντηση αφορά ανθρώπους που υποφέρουν από κατάθλιψη και δεν αναφέρεται στο αν έχει επηρεαστεί συνολικά η παραγωγικότητα των Ελλήνων, κάτι που θα απαιτούσε ανάλυση σε ένα άλλο επίπεδο.

9. Ποια βήματα προτείνετε να γίνουν από την πλευρά της Πολιτείας με στόχο τη βελτίωση της ψυχικής υγείας των Ελλήνων;

Α.Κ.: Από τη μελέτη προηγούμενων μεγάλων οικονομικών κρίσεων προκύπτει ότι η πιο αποτελεσματική λύση για την πρόληψη των επιπτώσεων στην υγεία του πληθυσμού είναι η στήριξη-ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, προκειμένου να υπάρξει ένα δίχτυ προστασίας για τους πολίτες.

10. Κρίνετε ότι επαρκούν οι διαθέσιμες δομές ψυχικής υγείας στη χώρα μας δεδομένης της αυξημένης ψυχολογικής επιβάρυνσης του μέσου Έλληνα τα τελευταία χρόνια;

Α.Κ.: Οι διαθέσιμες δομές ψυχικής υγείας δεν επαρκούν για την κάλυψη των αναγκών, καθώς δεν έχουν αναπτυχθεί επαρκώς στον τομέα της πρωτοβάθμιας φροντίδας. Είναι σημαντικό να υπάρξει μια σημαντική αναδιοργάνωση των υπαρχόντων υπηρεσιών προς την κατεύθυνση της πρωτοβάθμιας φροντίδας και στο βαθμό των δυνατοτήτων να δημιουργηθούν και νέες εκεί που είναι απαραίτητο.

Περισσότερες πληροφορίες για τις δομές και τις δράσεις της ΕΚΨ & ΨΥ θα βρείτε στην ιστοσελίδα της εταιρίας (www.ekpse.gr) και στις σελίδες της εταιρίας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (www.facebook.com/ekpse, twitter.com/ekpse?lang=el).


Πηγή