Ήταν η ταινία που κανείς δεν περίμενε ότι θα γινόταν επιτυχία, ήταν η ταινία που ένας κοντός, μελαχρινός και καθόλου γόης έφαγε τον ρόλο από ένα ψηλό, ξανθομάλλη, όμορφο και χαλαρό τύπο. Ήταν η ταινία που ενσάρκωσε την φαντασίωση κάθε νεαρού «πρωτάρη».
Κι όμως, η ταινία που ήταν υποψήφια για επτά Όσκαρ και κέρδισε το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας, θεωρήθηκε τότε ως η «μεγαλύτερη επιτυχία στην ιστορία του κινηματογράφου».
Πώς αλήθεια κατάφεραν ένας πρωτάρης σκηνοθέτης και ένας μη γνωστός ηθοποιός να αφήσουν ιστορία στον κινηματογράφο;
«Ο Πρωτάρης», η θρυλική ταινία του 1967 θα έλεγε κανείς ότι θυμίζει σενάριο βγαλμένο από τη ζωή: ένας άντρας, που μόλις αποφοίτησε από το κολέγιο, ερωτεύεται μία πολύ γοητευτική γυναίκα αρκετά χρόνια μεγαλύτερή του. Υπήρχαν όμως και τα… απρόοπτα. Η κυρία που αποπλανεί τον πρωταγωνιστή, τον Μπεν, είναι σύζυγος του συνεταίρου του πατέρα του Μπεν και, το χειρότερο, μητέρα της κοπέλας που ο Μπεν τελικά θα ερωτευτεί.
Έχει περάσει μισός αιώνας, αλλά η ταινία δεν έχει χάσει την αίγλη της. Ο Ντάστιν Χόφμαν, η μουσική των Σάιμον και Γκαρφάνκελ στο «Mrs. Robinson», η σκηνοθεσία του Μάικ Νίκολς και η μία και μοναδική Αν Μπάνκροφτ, η κινηματογραφική «Mrs Robinson», η οποία ξελογιάζει τον νεότατο, τότε, Ντάστιν Χόφμαν…
Υπάρχει όμως και κάτι άλλο που είναι αξιοσημείωτο σε αυτήν την ταινία. Ήταν μία ταινία που φτιάχτηκε από «πρωτάρηδες», καθώς ήταν μόλις η δεύτερη ταινία που σκηνοθέτησε ο Μάικ Νίκολς και η πρώτη για το νεαρό Χόφμαν. Τον Μάικ Νίκολς ανακάλυψε η Ελίζαμπεθ Τέιλορ για την σκηνοθεσία της ταινίας «Ποιος Φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ». Η Τέιλορ κέρδισε το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου και ο Νίκολς πήρε το εισιτήριο για το Χόλιγουντ καθώς μετά από αυτή την ταινία έγινε ένας περιζήτητος σκηνοθέτης.
Το 1967 ο Μάικ Νίκολς ακολούθησε αρκετά τη γραμμή του βιβλίου του συγγραφέα Τσαρλς Γουέμπ «Ο Πρωτάρης» στο σενάριο με μία μεγάλη αλλαγή. Τίναξε στον αέρα το άψογο παρουσιαστικό του κεντρικού ήρωα, όπως αναφέρει ο κριτικός κινηματογράφου Νίκολας Μπάρμπερ στον BBC.
Στο βιβλίο, ο Μπέντζαμιν Μπράντοκ είναι ψηλός, ξανθός και γαλανομάτης. Ο ιδανικός ηθοποιός για να τον υποδυθεί ήταν, κατά γενική ομολογία, ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ. Όμορφος, ταλαντούχος και διάσημος έδειξε έντονο ενδιαφέρον για τον ρόλο. Όμως, ο Νίκολς δεν τον ήθελε. Ο λόγος; Πίστευε ότι δεν μπορούσε να πείσει τον κόσμο ότι ήταν ένας «αποτυχημένος» τύπος.
«Όταν τον ρώτησα αν έχει φάει ποτέ χυλόπιτα από γυναίκα, μου απάντησε με απορία “Τι εννοείς;”. Και δεν έκανε πλάκα», έλεγε ο Νίκολς για τον Ρέντφορντ.
Ο ίδιος ο Νίκολς τηλεφώνησε στον άσημο τότε ηθοποιό Ντάστιν Χόφμαν για να του δώσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο Χόφμαν τότε δεν είχε παίξει ποτέ στο σινεμά, συμμετείχε μόνο σε μικρές θεατρικές παραστάσεις στη Νέα Υόρκη, και η εμφάνισή του δεν είχε καμία σχέση με τον πρωταγωνιστή που θεωρητικά έψαχναν.
Ο Χόφμαν ήταν μικρόσωμος, με μεγάλη μύτη και σκούρα μαλλιά. Εκείνη την εποχή οι διευθυντές των στούντιο ήθελαν τους πρωταγωνιστές όμορφους, ξανθούς και γεροδεμένους, ό,τι δηλαδή δεν ήταν ο Χόφμαν και ό,τι ήταν ο Ρέντφορντ. Όμως ο Νίκολς ήθελε τον Χόφμαν, επέμενε και τελικά πέρασε το δικό του.
Ακόμα κι ο Χόφμαν όταν έκανε οντισιόν για την ταινία, διαφώνησε. «Δεν κάνω γι’ αυτόν τον ρόλο κύριε. Ο ήρωας είναι ευγενής. Αυτός ο ήρωας είναι ο “Ρόμπερτ Ρέντφορντ”» είχε πει.
Ο Μάικ Νίκολς όμως δεν ήθελε τον Ρέντφορντ παρότι ήταν φίλοι και είχαν συνεργαστεί καταπληκτικά στο «Ξυπόλητοι στο πάρκο». Έκανε βέβαια οντισιόν και με τον Ρέντφορντ, ωστόσο τον είχε απορρίψει από την αρχή, λόγω του εντυπωσιακού παρουσιαστικού του.
Σε μία συνέντευξη που έδωσε στο περιοδικό Vanity Fair το 2008, ο Μάικ Νίκολς περιέγραψε με ποιον τρόπο είπε στον φίλο του Ρέντφορντ ότι δεν θα τον έπαιρνε στην ταινία: «Δεν μπορείς να παίξεις. Δεν θα μπορέσεις ποτέ να παίξεις έναν looser». «Τι εννοείς; Φυσικά και μπορώ να παίξω έναν looser». «Εντάξει. Σε απέρριψε ποτέ κανένα κορίτσι που σου άρεσε;». «Τι εννοείς;». Και κάπως έτσι ο Ντάστιν Χόφμαν έφαγε τον ρόλο από τον γόη Ρόμπερτ Ρέντφορντ.
Κι αν τα πράγματα εξελίχθηκαν ιδανικά για τον Χόφμαν, ο οποίος έκτοτε σημείωσε μία λαμπρή καριέρα, δεν συνέβη το ίδιο με την «κυρία Ρόμπινσον».
Πρώτη στη λίστα για τον ρόλο της σαγηνευτικής «Mrs Robinson» ήταν η Άβα Γκάρντνερ, ένα από τα μεγαλύτερα sex symbols, το αντικείμενο του πόθου όλων των αντρών και θαυμασμού ή ζήλιας των γυναικών.
Ο Νίκολς την απέρριψε, όταν την γνώρισε από κοντά γιατί αν και τη θεωρούσε την ωραιότερη γυναίκα στον κόσμο, η συμπεριφορά της του φάνηκε κάπως αλλοπρόσαλλη και έκρινε ότι οποιαδήποτε συνεργασία δεν θα ήταν εφικτή.
Έτσι επέλεξε την Αν Μπάνκροφτ, που είχε κερδίσει Όσκαρ όταν υποδύθηκε την Άνι Σάλιβαν, τη γυναίκα που έμαθε στην τυφλή και κωφάλαλη Χέλεν Κέλερ να επικοινωνεί.
Η ερμηνεία της ήταν καταπληκτική αλλά αν για τον Χόφμαν η ταινία ήταν μόνο η αρχή μια λαμπρής καριέρας, για την Μπάνκροφτ έγινε ταφόπλακα. Κανένας μελλοντικός ρόλος δεν μπόρεσε να ξεπεράσει την επιτυχία της κυρίας Ρόμπινσον και η ηθοποιός πολύ συχνά έλεγε σε συνεντεύξεις ότι ήταν σαν μην είχε παίξει σε άλλη ταινία μετά τον «Πρωτάρη».
Πηγή