Το προνομιακό οικόπεδο επί της οδού Αγίου Προκοπίου, στην Έγκωμη της Λευκωσίας, υποχρεούται να επιστρέψει η Ελληνική Δημοκρατία στην Ιερά Μονή Κύκκου και η τελευταία θα της επιστρέψει το ποσό των 500.000 λιρών Κύπρου(854.300 ευρώ), που ήταν η τιμή στην οποία της το πώλησε, πλέον τόκους από το 1999. Αυτό απεφάνθη το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας.
Το 1998 η Μονή, η οποία είναι από τις ισχυρότερες οικονομικά στον χώρο των Ορθοδόξων Εκκλησιών, πώλησε το τεμάχιο υπό τύπο εμπιστεύματος στην Ελληνική Δημοκρατία (ΕΔ) για τους σκοπούς και μόνο της ανέγερσης πρεσβείας και πρεσβευτικής κατοικίας. Επειδή το έργο δεν υλοποιήθηκε χρονικά εντός της συμφωνηθείσας προθεσμίας και η Μονή πληροφορήθηκε ότι η ΕΔ έψαχνε τελικά αγοραστές για μεταπώληση, προχώρησε και άσκησε αστική αγωγή.
Ο δικαστής κ. Σάντης έκρινε ότι η ΕΔ υποχρεούται «άμεσα» να επιστρέψει το ακίνητο, προσδιορίζοντας το «άμεσα» στο μόλις της καταβληθεί από τη Μονή το αντίτιμο των 500.000 ΛΚ (854.300 ευρώ), πλέον τόκους προς 9% από τον Μάιο του 1999.
Στην απόφαση, η οποία δημοσιεύεται στην εφημερίδα «Πολίτης», αναφέρεται ότι η Μονή «πέτυχε να αποδείξει την ουσία της απαίτησης της».
Η βασική μαρτυρία, από την πλευρά της Μονής , δόθηκε από τον Ηγούμενο της , Μητροπολίτη Νικηφόρο, ο οποίος «καταρχήν δέχθηκε ότι η συμφωνία δεν έγινε ποτέ γραπτώς, αλλά ουσιαστικά αφορούσε ¨συμφωνία κυρίων¨». Για το ότι δεν ζητήθηκε η σύναψη γραπτής συμφωνίας, ο Μητροπολίτης, όπως αναφέρεται στην απόφαση, το απέδωσε ως εξής: «…λόγω της αγάπης και αφοσίωσης των Κυπρίων προς την Ελλάδα και τα ελληνικά ιδεώδη με τα οποία η γενιά μου είχε ανατραφεί και την επιθυμία μου να έχω κοντά στο μοναστήρι μου την πρεσβεία της μητέρας πατρίδας».
Για την ΕΔ κατέθεσε ο τότε πρεσβευτής, Κυριάκος Ροδουσάκης, ο οποίος είχε συντάξει υπηρεσιακό σημείωμα σε σχέση με τα συμφωνηθέντα επί του τεμαχίου και τους όρους παραχώρησης. Στο δικαστήριο ο κ. Ροδουσάκης εξήγησε πως όταν συνέτασσε το σημείωμα, δεν είχε υπόψη ότι έγραφε ένα νομικό κείμενο. Η μαρτυρία του ουδόλως αμφισβητήθηκε από τον δικαστή, αφού και ο κ. Νικηφόρος δέχθηκε ότι η διαφορά ανέκυψε έξι χρόνια μετά τη σύνταξη του σημειώματος, όταν δηλαδή περιήλθε σε γνώση της μονής το 2013 ότι η ΕΔ διέθετε το τεμάχιο προς πώληση.
Πηγή