Η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας και ο τρόπος με τον οποίο επιλέγει να πολιτεύεται ενσαρκώνουν σε μεγάλο βαθμό τα συμπτώματα που έχει προκαλέσει στο πολιτικό σύστημα η κρίση αντιπροσώπευσης που ταλανίζει τα τελευταία χρόνια τη χώρα μας με ευθύνη της Κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης.
Το πρόσφατο επεισόδιο στη Βουλή απλά αναδεικνύει τις επικίνδυνες ατραπούς στις οποίες έχει υπεισέλθει το πολιτικό σύστημα, καθώς η αποτυχία των πολιτικών ελίτ να αφουγκραστούν τα πραγματικά προβλήματα, η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και η απροθυμία των ίδιων ελίτ να καταλάβουν το πρόβλημα, ξεμακραίνοντας από την κοινωνία, έχουν καταστήσει πολύ αποτελεσματική αυτήν την οπαδικού τύπου πρακτική. Στην προκειμένη περίπτωση η πρώτη αριστερή (λέμε τώρα !) πρόεδρος του Κοινοβουλίου δεν έκανε τίποτα άλλο από το να καβαλήσει το ισχυρό κύμα δυσαρέσκειας που συσσωρεύτηκε για διάφορους λόγους, χρησιμοποιώντας παράλληλα με προθυμία κάθε εργαλείο που εξυπηρετούσε το σκοπό αυτό, ακόμη και εάν αυτό δεν πληρούσε τα κριτήρια ενός αξιακού συστήματος που για χρόνια η Αριστερά υπερασπιζόταν.
Κάπως έτσι δημιουργήθηκε ένα πολιτικό μόρφωμα που απλά έλεγε σε όλους ό,τι ήθελαν να ακούσουν, υιοθετώντας κάθε λαϊκίστικη απαίτηση. Τρανή απόδειξη η παράδοξη στάση της εναντίον της Συμφωνίας των Πρεσπών που θα ταίριαζε περισσότερο σε ένα συντηρητικό κόμμα και όχι σε ένα κόμμα δήθεν της Αριστεράς.
Με τον καιρό και όσο αυτή η τάση κέρδιζε έδαφος, η χουλιγκανική πολιτική πρακτική της Ζωής γινόταν όλο και πιο αυθεντική στα μάτια ενός κουρασμένου και απογοητευμένου, εν πολλοίς, λαού. Τώρα εάν αυτό το επιτύγχανε με ανοίκειες επιθέσεις, στοχοποίηση των πολιτικών αντιπάλων και πολιτικό ακτιβισμό που έφτανε πολλές φορές στα όρια του πολιτικού τραμπουκισμού μικρή σημασία είχε, καθώς αυτή η πρακτική μετουσιωνόταν συνειδητά σε ένα επιτυχημένο πολιτικό modus operandi για την ίδια και τους οπαδούς της.
Τελευταίο θύμα αυτής της πρακτικής ήταν βεβαίως και ο Αντιπρόεδρος της Βουλής Λαμπρούλης και το ΚΚΕ, το οποίο η Ζωή προσπαθεί να εμφανίσει ως συστημικό κόμμα, ταυτίζοντάς το με τη Ν.Δ, χρεώνοντάς του παράλληλα συνέργεια στην προσπάθεια συγκάλυψης των αιτιών της σιδηροδρομικής τραγωδίας των Τεμπών που συγκλόνισε όλη την Ελλάδα.
Φυσικά το ΚΚΕ δεν είναι ΝΔ, ούτε ταυτίζεται με τις πολιτικές της αλλά δεν βρίσκεται εδώ το πρόβλημα! Το ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε είναι άλλο. Θα πρέπει να αναλογιστούμε που μπορεί να μας οδηγήσει αυτή η κατάπτωση, όταν σιγά σιγά νομιμοποιηθεί στις συνειδήσεις των πολιτών ότι είναι φυσιολογικό η πολιτική αντιπαράθεση θέσεων και ιδεών να έχει μετατραπεί σε ένα σοσιαλμιντιακό ξεκατίνιασμα γεμάτο συνθήματα, κενά περιεχομένου και αλληλοκατηγορίες που στιγματίζουν τον πολιτικό αντίπαλο. Που μπορεί να μας οδηγήσει η προπαγάνδα και οι άνευ όρων προσωπικές επιθέσεις.
Που μπορεί να μας οδηγήσει η πρακτική να κολλάς ρετσινιά στους πολιτικούς σου αντιπάλους εκμεταλλευόμενος το κλίμα της δίκαιης οργής των ημερών. Η απάντηση ίσως βρίσκεται στην τελευταία αποστροφή του Λεωνίδα Κύρκου, εμβληματικού στελέχους της ανανεωτικής Αριστεράς, από την οποία ξεκίνησε και η κ. Κωνσταντοπούλου, ο οποίος στον αποχαιρετισμό του δεν δίστασε να μας αφήσει την παρακάτω παρακαταθήκη: «Και έχω μόνο ένα να σας πω: σύγκρουση ιδεών, όχι βία και μισαλλοδοξία, δεν οδηγούν πουθενά!».
Πηγή