Δευτέρα , 23 Δεκέμβριος 2024

Η «εύθραυστη ειρήνη» ανάμεσα σε Μέρκελ και Ζεεχόφερ

Ο συμβιβασμός ανάμεσα στη Μέρκελ και τον Ζεεχόφερ είναι μια «εύθραυστη ειρήνη», σύμφωνα με την ιστοσελίδα Politico, η οποία επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι όπως κάθε καλή συνθήκη επιτρέπει και στις δύο πλευρές να υποστηρίξουν ότι κέρδισαν.

«Η καγκελάριος μπορεί να ισχυρίζεται ότι απέφυγε τις μονομερείς ενέργειες και το CSU ότι πίεσε τη Μέρκελ να αποδεχτεί αυστηρότερες συνοριακές πολιτικές απ’ ό,τι θα ήθελε», γράφει η ιστοσελίδα και προσθέτει ότι με τις προσφυγικές ροές να είναι μειωμένες σε επίπεδα ακόμα και πριν από την κρίση του 2015, η πρακτική εφαρμογή της συμφωνίας της Δευτέρας είναι περιορισμένη, τουλάχιστον για την ώρα, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Ωστόσο, σε μία περιοχή που νιώθει ακόμα εκτεθειμένη στην απειλή ενός ακόμα προσφυγικού κύματος, η συμβολική σημασία της κίνησης θα είναι σημαντική για το CSU.

Το πιο πιεστικό ερώτημα που τίθεται αφορά στη βραχυπρόθεσμη πολιτική συνέπεια για τη Μέρκελ και την κυβέρνησή της, σημειώνει η ιστοσελίδα. «Η διαμάχη κατέδειξε τον βαθμό στον οποίο πολλοί εντός της συμμαχίας της Μέρκελ, συμπεριλαμβανομένου και ενός σημαντικού αριθμού χριστιανοδημοκρατών, είναι δυσαρεστημένοι από την ηγεσία της», ενώ δεν λείπουν και αυτοί που υποστηρίζουν ότι η επιτυχία της στη διαχείριση της τωρινής κρίσης με το CSU θα της επιτρέψει να ισχυροποιήσει την εξουσία της στο κόμμα. Ωστόσο, άλλοι υποστηρίζουν ότι η καγκελάριος εξέρχεται αποδυναμωμένη από αυτή την κρίση, η οποία υπερτόνισε το πόσο ευάλωτη είναι και οι κήνσορές της θα παραμείνουν, καταλήγει το Politico.

Το Bloomberg από την πλευρά του εκτιμά ότι η Γερμανίδα καγκελάριος κατόρθωσε να αποσείσει την άμεση απειλή κατάρρευσης του κυβερνητικού συνασπισμού, υιοθετώντας αυστηρότερα μέτρα για τη μετανάστευση και διατηρώντας το αδελφό κόμμα της Βαυαρίας στις τάξεις της συμμαχίας των συντηρητικών. Η διάρκεια του συμβιβασμού που επιτεύχθηκε ίσως να εξαρτάται από παράγοντες πέραν του ελέγχου της Μέρκελ. Παραμερίζεται προς το παρόν ένα εμπόδιο που υπέσκαπτε την εξουσία της καγκελαρίου, σε μια συγκυρία που αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, όπως η εμπορική διαμάχη με τον Τραμπ, η έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ και η άνοδος του λαϊκισμού σε ολόκληρη την Ευρώπη, σημειώνει το Bloomberg.

«Η καγκελάριος Μέρκελ ξεπερνά την κρίση αλλά υποχωρεί στο θέμα των μεταναστών», εκτιμούν οι Times του Λονδίνου. «Ο συμβιβασμός με τον Γερμανό υπουργό Εσωτερικών Ζεεχόφερ, προβλέπει ειδικές «ζώνες διέλευσης» στα γερμανικά σύνορα με την Αυστρία, όπου οι αιτούντες άσυλο θα παραμένουν μέχρι να επαναπροωθηθούν στις χώρες πρώτης εισόδου – αν αυτές συμφωνούν. Πρόκειται στην ουσία για αυστηροποίηση των συνοριακών ελέγχων στα γερμανικά σύνορα. Δεν έχει ακόμα ξεκαθαριστεί αν οι σοσιαλδημοκράτες θα δεχτούν τη συμφωνία.

«Τα πράγματα θα ηρεμήσουν για λίγο αλλά πολλά θα εξαρτηθούν από το τι θα συμβεί στις βαυαρικές εκλογές: αν το CSU πάει άσχημα στις εκλογές, θα ξαναγίνει ατίθασο», σχολιάζει ο πολιτικός αναλυτής, Gero Neugebauer. «Όσο για τη Μέρκελ», προσθέτει, «είναι αυθεντία στο να παραμένει στην εξουσία».

«Μέρκελ και Ζεεχόφερ έφθασαν σε συμφωνία για την επίλυση της πικρής τους διένεξης για τη μεταναστευτική πολιτική και έθεσαν τέλος στην κρίση που ώθησε την μόλις τριών μηνών γερμανική κυβέρνηση στα πρόθυρα κατάρρευσης», γράφουν οι Financial Times.

«Η συμφωνία προβλέπει τη σύσταση διαμετακομιστικών κέντρων (transit centres) στα σύνορα Αυστρίας-Γερμανίας για τους αναζητούντες άσυλο που ήδη έχουν καταγραφεί σε άλλες χώρες της Ε.Ε. θα μπορούν να μεταφέρονται απευθείας από εκεί προς τις χώρες που είναι υπεύθυνες για αυτούς. Η συμφωνία αντανακλά την άποψη της Μέρκελ ότι οι πρόσφυγες δεν μπορούν απλά να επαναπροωθούνται χωρίς πρότερη συμφωνία με τις εμπλεκόμενες χώρες και, από την άλλη πλευρά, συνιστά επιτυχία και για τον Ζεεχόφερ καθώς και για τα συντηρητικά μέλη του κόμματος της Μέρκελ που εδώ και καιρό αιτούνταν τη δημιουργία τέτοιων κέντρων για τη διαχείριση των προσφύγων προτού εισέλθουν στη γερμανική επικράτεια», γράφουν οι FT.

«Η Μέρκελ έχει δεχτεί τα βασικά σημεία του επιχειρήματος του Ζεεχόφερ («τους κρατάτε, γιατί σε σας έφτασαν πρώτα») – αν και πρόκειται για πολύ αδύναμο επιχείρημα», γράφει ο Guardian. «Και δεν συνιστά δίκαιο τρόπο κατανομής ξεριζωμένων ανθρώπων. Αντίθετα, συνιστά το τέλος των ανοιχτών συνόρων στην ΕΕ. Και προφανώς ο συμβιβασμός δε θ’ αρκέσει στον Ζεεχόφερ – που θα συνεχίσει να δημιουργεί προβλήματα. Ποτέ δε θα είναι ικανοποιημένος. Ο συμβιβασμός απλά ενισχύει τον απολυταρχισμό. Η Μέρκελ προσπάθησε ν’ αντισταθεί στο θέμα του προσφυγικού αλλά τελικά υποχωρεί ευθυγραμμιζόμενη με τη Realpolitik που υιοθετείται στην Ευρώπη –παντού η ακροδεξιά, ο φασισμός κερδίζουν έδαφος», γράφει ο Guardian.

«Για τους περισσότερους παραδοσιακούς παρατηρητές, η γερμανική οικονομία είναι ακόμα η ήρεμη ισχυρή μηχανή της ευρωζώνης, με τους βιομηχανικούς της γίγαντες να κυριαρχούν στις παγκόσμιες αγορές εξαγωγών, δημιουργώντας θέσεις εργασίας και επιτυγχάνοντας τεράστια κέρδη. Ωστόσο, αυτό δεν είναι εμφανές στα οικονομικά στοιχεία τα οποία βαίνουν από το κακό στο χειρότερο. Η πραγματική πρόκληση για τη Γερμανία δεν είναι το μεταναστευτικό ζήτημα, αλλά η οικονομία», γράφει η βρετανική Telegraph.

«Η Γερμανία δεν απέχει πολύ από μια σαφή ύφεση: κατά την τελευταία δεκαετία, η Μέρκελ έχει δημιουργήσει ένα επικίνδυνα ανισόρροπο οικονομικό μοντέλο που βασίζεται σε μαζικά εμπορικά πλεονάσματα και φθηνή εργασία. Αν αυτό το μοντέλο καταρρεύσει θα σημάνει και την πτώση της. Αν η Ευρώπη καταγράψει επιβράδυνση, τότε και η Γερμανία θα την ακολουθήσει. Το τραπεζικό της σύστημα φαίνεται το πιο ασταθές σε παγκόσμιο επίπεδο αυτήν τη στιγμή με την άλλοτε παντοδύναμη Deutsche Bank να σημειώνει νέα πτώση κάθε εβδομάδα. Αν χρειαστεί διάσωση, οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές. Παράλληλα, τα πλεονάσματα της Γερμανία έχουν αφεθεί εκτεθειμένα σε ενδεχόμενη κρίση. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Die Welt είναι το δεύτερο μεγαλύτερο κράτος πιστωτής στον κόσμο. Αν υπάρξουν αδυναμίες αποπληρωμής, ακόμα και μια χώρα με τη δική της οικονομική εμβέλεια θα έχει προβλήματα», καταλήγει η Telegraph.

localStorage.clear();


Πηγή