Για το ζήτημα της επάρκειας εμβολίων κατά του κορονοϊού αλλά και για την επιστροφή των μαθητών στα σχολεία μίλησε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ΑΝΤ1 ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας του London School of Economics, Ηλίας Μόσιαλος.
«Θα υπάρξει ζήτημα επάρκειας μόνο αν το εμβόλιο της AstraZeneca δεν είναι τόσο αποτελεσματικό όσο ισχυρίζεται η εταιρεία και οι ρυθμιστικές Αρχές της Μεγάλης Βρετανίας που έχουν δώσει ήδη την έγκρισή τους γι’ αυτό το εμβόλιο. Αναμένουμε τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων και των Αμερικανικών Οργανισμών που θα ακολουθήσουν τις επόμενες εβδομάδες. Αν το εμβόλιο της AstraZeneca είναι αποτελεσματικό της τάξης του 70%-90% που τώρα λένε οι επιστήμονες και οι ρυθμιστικές Αρχές τότε δεν θα έχουμε κανένα πρόβλημα επάρκειας στην Ελλάδα. Ήδη έχουμε εξασφαλίσει εμβόλια για 3,4 εκατ. Έλληνες, της Pfizer και της Moderna, για το πρώτο εξάμηνο της νέας χρονιάς, αλλά θα μπορέσουμε να έχουμε για άλλους 3,5 εκατ. Έλληνες αν αυτό το εμβόλιο της Οξφόρδης είναι επαρκές. Να υπενθυμίσω ότι αναμένουμε και τα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών της εταιρείας Johnson&Johnson, τα οποία θα βγουν έως τέλος Ιανουαρίου. Θα ξέρουμε αν λειτουργεί αυτό το εμβόλιο και μάλιστα θα ξέρουμε αν λειτουργεί σε μία δόση. Αν σε μία δόση λειτουργεί θα είναι ακόμη καλύτερα γιατί θα έχουμε πολλές ποσότητες και από αυτό το εμβόλιο μέσω της ΕΕ», ανέφερε ο κ. Μόσιαλος ερωτώμενος για το πώς εξελίσσονται οι εμβολιασμοί στις ευρωπαϊκές χώρες και αν θα υπάρξει ζήτημα επάρκειας του εμβολίου.
«Θα εμβολιάζονται με το εμβόλιο της Astra Zeneca αλλά και με τα υπόλοιπα εμβόλια. Θα χρησιμοποιήσουν όλες τις δόσεις που έχουν τώρα οι Άγγλοι. Είπαν αντί να γίνεται με ένα μεσοδιάστημα ο δεύτερος εμβολιασμός των τριών τεσσάρων εβδομάδων, για την Pfizer είναι τρεις εβδομάδες για τα άλλα είναι τέσσερις, μπορούν αυτά να γίνουν από 4-12 εβδομάδες, δηλαδή άλλαξαν τα πρωτόκολλα. Εδώ υπάρχουν κάποιες ενστάσεις γιατί η αλλαγή των πρωτοκόλλων, δηλαδή να μετακινηθούμε από τις 3 4 εβδομάδες, σε ένα διάσημα 4-16 εβδομάδες δεν έχει επιβεβαιωθεί ακόμη με κλινικές δοκιμές» είπε για τις αλλαγές στο πρωτόκολλο εμβολιασμού με τη δεύτερη δόση.
«Καταρχήν έχουμε καταφέρει που δεν έχουν καταφέρει οι άλλες χώρες, τον τελευταίο μήνα, το να κρατάμε τα κρούσματα σε σχετικά χαμηλό επίπεδο γιατί αν δούμε τι γίνεται στη Μ. Βρετανία με 50.000 κρούσματα ημερησίως, είμαστε σχετικά καλύτερα αυτήν τη στιγμή» υπογράμμισε ο καθηγητής και τόνισε πως το άνοιγμα των σχολείων πρέπει να γίνει προσεκτικά: «Θα πρέπει να γίνει προσεκτικά με βάση τις εκτιμήσεις των ειδικών, εγώ θα έλεγα μετά τις 10 Ιανουαρίου, τότε να ληφθούν οι αποφάσεις γιατί πάντα ξέρουμε ότι υπάρχει ένα μεσοδιάστημα 10-15 ημερών μετά τις γιορτινές μέρες. Αν τότε είμαστε σε ασφαλές επίπεδο, κατά τη γνώμη μου, θα πρέπει να ανοίξουν τα νηπιαγωγεία και τα δημοτικά, από εκεί να ξεκινήσουμε και να αρχίσει σιγά σιγά η απελευθέρωση και της οικονομίας. Είναι πιο εύκολο να ανοίξει η οικονομία, κατά τη γνώμη μου, παρά τα σχολεία, αλλά θα είναι σκόπιμο η κυβέρνηση να κάνει μια καταγραφή, αν είναι δυνατόν, των ευπαθών που έχουν σχέση με τα σχολεία, δηλαδή δάσκαλοι, καθηγητές που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες, να μπουν στους εμβολιασμούς γρήγορα, θα τους προστατεύσουμε. Το ίδιο και τα μέλη οικογενειών που έχουν παιδιά σε δημοτικά και νηπιαγωγεία. Αν μπορούμε να τους εντάξουμε πιο γρήγορα, θα είναι καλό αυτό».
Πηγή