«Η συνεπής εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων των πολιτών αποτελεί βασικό ζητούμενο, με στόχο την εύρυθμη λειτουργία ενός κράτους» υπογράμμισε ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ και της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος, Κωνσταντίνος Μίχαλος μιλώντας στην διεθνή ημερίδα για την επίλυση διαφορών και την προστασία του φορολογούμενου.
Όπως επεσήμανε ο κ. Μίχαλος: «ζητούμενο που, με τη σειρά του, προϋποθέτει δύο βασικές συνθήκες.
Πρώτον, ένα δίκαιο, σταθερό και σαφές φορολογικό πλαίσιο. Δεύτερον, τη διασφάλιση μιας ισότιμης σχέσης μεταξύ φορολογουμένου και φορολογικής διοίκησης. Μιας σχέσης που βασίζεται στην εμπιστοσύνη, στην καλή πίστη και στη συνεργασία. Μιας σχέσης όπου τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των δύο πλευρών οριοθετούνται με σαφήνεια και διαφάνεια».
Σύμφωνα με τον κ. Μίχαλο: «Στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, αυτές οι θεμελιώδεις προϋποθέσεις δυστυχώς σε μεγάλο βαθμό εκλείπουν. Κι αυτό δεν ισχύει μόνο τώρα, στα χρόνια της κρίσης. Οι σχέσεις κράτους και φορολογουμένου είναι προβληματικές εδώ και δεκαετίες.
Έχουμε ένα δαιδαλώδες, πολύπλοκο φορολογικό σύστημα, το οποίο δημιουργεί κενά ερμηνειών. Ένα φορολογικό σύστημα το οποίο αλλάζει διαρκώς.
Το αποτέλεσμα είναι να υπάρχουν μεγάλα περιθώρια αυθαιρεσίας των φορολογικών οργάνων. Και να δημιουργούνται όλο και περισσότερα σημεία τριβής μεταξύ φορολογικών αρχών και ελεγχόμενων.
Η κατάσταση αυτή έχει οξυνθεί τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας της δημοσιονομικής κρίσης και της πιεστικής ανάγκης για αύξηση των φορολογικών εσόδων.
Δεν είναι λίγες οι φορές όπου τα αποτελέσματα των φορολογικών ελέγχων και το ύψος των προστίμων είναι τέτοια που απειλούν ακόμα και τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων.
Η οικοδόμηση ενός αποτελεσματικού μηχανισμού προστασίας του φορολογουμένου από φαινόμενα αυθαιρεσίας, είναι κρίσιμης σημασίας ζητούμενο στο πλαίσιο ενός ευνομούμενου κράτους δικαίου. Είναι ταυτόχρονα το μέσο για την καλλιέργεια μιας αναβαθμισμένης σχέσης μεταξύ φορολογουμένων και φορολογικών αρχών.
Η λειτουργία ενός τέτοιου μηχανισμού αποτελεί μια δύσκολη εξίσωση, καθώς πρέπει να καλύπτει ταυτόχρονα το ζητούμενο της ταχύτητας και αυτό της προστασίας των δικαιωμάτων του φορολογουμένου.
Η δυνατότητα διοικητικής επίλυσης των φορολογικών διαφορών συμβάλει θετικά προς αυτή την κατεύθυνση, με δεδομένο ότι το σύστημα απονομής δικαιοσύνης στη χώρα μας είναι ήδη υπερφορτωμένο και εξαιρετικά αργό. Πρόκειται για μια διαδικασία που μπορεί να εξασφαλίσει επίλυση των διαφορών σε σύντομες προθεσμίες εξοικονομώντας χρόνο και κόστος στους φορολογούμενους, αλλά και συμβάλλοντας στην είσπραξη δημοσίων εσόδων.
Το τελευταίο διάστημα είναι εμφανής η προσπάθεια της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και της αρμόδιας Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, για επιτάχυνση της εξέτασης των σχετικών υποθέσεων.
Είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό το ότι οι ενδικοφανείς προσφυγές, σε ποσοστό τουλάχιστον 90%, συζητούνται και ελέγχονται. Εξίσου σημαντικό, προς τη σωστή κατεύθυνση, είναι και το γεγονός ότι τα αποτελέσματα των ελέγχων για πρώτη φορά δημοσιοποιούνται και μάλιστα αιτιολογημένα.
Θα ήθελα ωστόσο να επισημάνω ορισμένα σημεία προβληματισμού:
Το πρώτο προκύπτει από το υψηλό ποσοστό των ενδικοφανών προσφυγών φορολογουμένων που γίνονται αποδεκτές.
Το φαινόμενο αυτό παραπέμπει σε δύο πιθανές αιτίες. Είτε σε λανθασμένο υπολογισμό φόρων και προστίμων, είτε σε έναν «υπερβάλλοντα ζήλο» εκ μέρους του ελεγκτικού μηχανισμού στην προσπάθεια να βεβαιωθούν υψηλά ποσά φόρου και να επιτευχθούν οι υπηρεσιακοί στόχοι.
Ο ίδιος προβληματισμός προκύπτει και από το γεγονός ότι οι φορολογούμενοι δικαιώνονται και σε πολλές από τις υποθέσεις που καταλήγουν τελικά στα δικαστήρια, μετά από απόρριψη ή μη έκδοση απόφασης εκ μέρους της ΔΕΔ.
Συμπερασματικά, λοιπόν, θα έλεγα ότι είναι σαφώς θετική η προσπάθεια που γίνεται για αναβάθμιση και επιτάχυνση της λειτουργίας του μηχανισμού επίλυσης διαφορών.
Ταυτόχρονα, όμως, χρειάζεται και αλλαγή του τρόπου λειτουργίας των ελεγκτικών μηχανισμών. Το να ξεκινούν οι έλεγχοι με στόχο να καταλογισθούν συγκεκριμένα ποσά, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, δεν είναι μόνο άδικο για το φορολογούμενο, αλλά και αντιπαραγωγικό. Δεν έχει κανένα νόημα να βεβαιώνονται ληξιπρόθεσμα χρέη και πρόστιμα τα οποία δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και δεν πρόκειται να εισπραχθούν. Και δεν έχει νόημα να στιγματίζεται ο ελεγχόμενος εκ προοιμίου ως φοροφυγάς, περιμένοντας στη συνέχεια να δικαιωθεί.
Και βεβαίως, η βασικότερη συνθήκη, είναι η διαμόρφωση – επιτέλους – ενός σταθερού και απλούστερου φορολογικού συστήματος. Το οποίο θα αφήνει ελάχιστα περιθώρια για λανθασμένες ερμηνείες, για αυθαιρεσίες, για αθέμιτες συναλλαγές και τριβές μεταξύ φορολογικών αρχών και φορολογούμενου.
Είμαι βέβαιος ότι η σημερινή ημερίδα, μέσα από την παρουσίαση επιστημονικών εξελίξεων και καλών πρακτικών στο θέμα αυτό, θα βοηθήσει ώστε και η Ελλάδα να αποκτήσει ένα φορολογικό περιβάλλον που εμπνέει εμπιστοσύνη και στηρίζει πραγματικά την οικονομική και κοινωνική πρόοδο του τόπου».
Πηγή