Στο Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο του Μαρανιάο, στη Βραζιλία, ο καθηγητής Édson Reis Meira ετοιμάζεται για το μάθημά του. Διδάσκει Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά. Το περασμένο εξάμηνο δίδασκε και Νέα Ελληνικά.
Συνέντευξη στη Μυρτώ Κόλια
Ο τοίχος πάνω από το γραφείο του, στο σπίτι του στο Σαο Λουίς- την «Αθήνα της Βραζιλίας», όπως αποκαλείται η πόλη!- θα μπορούσε να είναι γεμάτος με τα πτυχία του. Αλλά εκείνος δεν ενδιαφέρεται και πολύ για το φαίνεσθαι. Αθόρυβα, με υπομονή, επιμονή, θέληση, και απόλυτη προσήλωση στον στόχο του έκανε αξιοζήλευτες σπουδές στη Βραζιλία, την Ελλάδα και τον Καναδά.
Και τώρα, αθόρυβα και μεθοδικά ασχολείται με όρεξη, ευρηματικότητα και σεβασμό προς το πρωτότυπο κείμενο με τον επόμενο μεγάλο στόχο του: τη μετάφραση του Αριστοφάνη. Η «Λυσιστράτη» είναι έτοιμη και αναμένεται να κυκλοφορήσει τον επόμενο μήνα ενώ ο ίδιος με τους φοιτητές του ήδη ασχολείται με τις «Θεσμοφοριάζουσες».
Το βιογραφικό του είναι εντυπωσιακό. Όταν ολοκλήρωσε τις βασικές σπουδές του στη Βραζιλία, στην Αρχαία Ελληνική Φιλολογία, βρέθηκε υπότροφος στην Ελλάδα όπου έκανε Μεταπτυχιακές Σπουδές στην Ιστορική και Βαλκανική Γλωσσολογία. Συνέχισε την έρευνά του με επίκεντρο το απαρέμφατο στο πλαίσιο του Διδακτορικού του, στην Αθήνα. Το 2010 έφυγε, και πάλι με υποτροφία, για τον Καναδά, για τη συνέχιση της έρευνάς του.
Από εκεί, η δουλειά του τον οδήγησε αρχικά πίσω στη Βραζιλία, μετά στη Σενεγάλη για διδασκαλία πορτογαλικών σε ξένους και στη συνέχεια πάλι στη Βραζιλία. Από τη βορειοανατολική πολιτεία του Μαρανιάο, τις «πόρτες της Αμαζονίας», όπως τη χαρακτηρίζουν καθώς αμέσως μετά αρχίζει η ζούγκλα του Αμαζονίου, μίλησε στο newsbeast.gr- στα ελληνικά, φυσικά- για τον Αριστοφάνη, την ελληνική γλώσσα, την αγάπη του για την Ελλάδα και τους ανθρώπους της αλλά και τη ζωή του στη Βραζιλία.
– Πώς προέκυψε αυτή η αγάπη για τα ελληνικά; Ίσως βέβαια δεν θα έπρεπε να ρωτήσω αφού αρκετά μέλη της οικογένειάς σας έχουν ελληνικά ονόματα, παππούς Ευκλείδης, θείος Περικλής και θείες Ευνίκη και Ευλαλία…
Στη Βραζιλία είναι σύνηθες άνθρωποι με κάποια μόρφωση (και όχι μόνο) να δίνουν στα παιδιά τους ελληνικά ονόματα, έτσι προέκυψαν τα ονόματα στην οικογένειά μου. Άλλωστε και το Σάο Λουίς, όπου μένω τώρα, λέγεται «η Αθήνα της Βραζιλίας», Atenas Brasileira, επειδή είναι γενέτειρα πολλών ποιητών! Εγώ αγαπούσα τα ελληνικά από πολύ μικρή ηλικία. Στο σχολείο μού άρεσε πολύ η ιστορία και η πορτογαλική γλώσσα και πάντα με εντυπωσίαζαν η Ελλάδα και η Αίγυπτος, για την ιστορία και τη λογοτεχνία τους. Υπάρχουν άλλωστε και πολλές ελληνικές λέξεις στην πορτογαλική γλώσσα… Ήθελα να μάθω για την Ελλάδα και τα ελληνικά και την επίδρασή τους στα πορτογαλικά. Έτσι στο πανεπιστήμιο στράφηκα στην Αρχαία Ελληνική Φιλολογία και σπούδασα στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο Αρχαία Ελληνικά ως γλώσσα κατάρτισης και για δύο χρόνια έκανα Νέα Ελληνικά ως μάθημα επιλογής. Τότε πρωτοπαρατήρησα τις διαφορές τους, τις αλλαγές που έγιναν από τα αρχαία στα νέα.
– Στην Ελλάδα πώς βρεθήκατε;
Ήρθα στη Θεσσαλονίκη για ένα μήνα το 2000 αλλά είχα από τότε «πονηρές σκέψεις» για τη χώρα σας. Ήθελα να σπουδάσω στην Ελλάδα. Έτσι, μόλις γύρισα στη Βραζιλία, και καθώς τελείωνα και το βασικό μου πτυχίο, πήρα μια υποτροφία από το Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, το 2001, για έρευνα με επίκεντρο το ελληνικό απαρέμφατο. Αυτή ήταν η αφορμή για να ασχοληθώ με την ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Χρειάστηκε να μελετήσω πολλά πρωτότυπα κείμενα, αρχαία, μεσαιωνικά, νεοελληνικά αλλά και να μελετήσω διαλέκτους. Αυτές ήταν καθοριστικές για να εξηγήσω τι απέγινε το απαρέμφατο από τα αρχαία στα νέα ελληνικά.
– Πόσα χρόνια μείνατε τελικά στην Ελλάδα;
Όταν τελείωνα την έρευνά μου ήξερα πως θα έπρεπε μετά να φύγω, κι έτσι προσπάθησα να εντάξω τη μελέτη μου σε πιο επίσημο πλαίσιο. Όταν βρήκα το μεταπτυχιακό για την Ιστορική και Βαλκανική Γλωσσολογία, στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, ήξερα πως ήταν ακριβώς αυτό που ήθελα. Είχα πάρει τότε όλα τα βιβλία της προετοιμασίας για τις εξετάσεις, διάβαζα αφοσιωμένος, είχα ξεχάσει πως υπάρχει ο υπόλοιπος κόσμος. Όταν πέρασα, η χαρά μου ήταν απερίγραπτη, ήταν κάτι που ήθελα πάρα πολύ. Την περίοδο της διπλωματικής μου κατέβηκα στην Αθήνα και αποφάσισα να συνεχίσω τις σπουδές μου στην πρωτεύουσα. Όταν έγινε δεκτή από το Πανεπιστήμιο Αθηνών η πρότασή μου για διδακτορική έρευνα, τρελάθηκα. Είχα πετύχει τους δύο στόχους μου, να κάνω μεταπτυχιακό και διδακτορικό στην Ελλάδα. Συνέχισα τη μελέτη μου σε σχέση με το απαρέμφατο και στο πλαίσιο αυτό ασχολήθηκα με την αρχαία αττική, την ελληνιστική κοινή, τα ποντιακά, τα τσακώνικα αλλά και τα ελληνικά της Κάτω Ιταλίας. Σε τμήματα της Ποντιακής και της Ελληνικής της Κάτω Ιταλίας, το απαρέμφατο διατηρείται εν μέρει.
Κι εγώ έκλεινα πια στην Ελλάδα σχεδόν 10 χρόνια.
– Και μετά;
Μετά έφυγα και πάλι με υποτροφία για τον Καναδά. Έμενα στην Οτάβα και μέχρι το τέλος του 2011 έκανα έρευνα μια φορά ακόμα για κάποιες πτυχές της ιστορίας της Ελληνικής. Κατά τη διάρκεια της παραμονής μου εκεί, ασχολήθηκα, για ένα μικρό διάστημα, και με τη διδασκαλία της πορτογαλικής γλώσσας σε φοιτητές του πανεπιστημίου. Στη συνέχεια επέστρεψα στη Βραζιλία για να διδάξω εκεί και να αναγνωριστούν οι τίτλοι σπουδών μου για να μπορέσω να δουλέψω κανονικά. Στην πατρίδα μου, την Μπαΐα, περίμενα άπραγος επί πέντε μήνες χωρίς να προχωρήσει η αναγνώριση, η διαδικασία ήταν πάρα πολύ χρονοβόρα. Ήμουν για έναν χρόνο επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Φως ντου Ιγκουασού αλλά ακόμα περίμενα την αναγνώριση. Τότε συμμετείχα σε ένα πρόγραμμα της βραζιλιάνικης κυβέρνησης για διδασκαλία πορτογαλικών στο εξωτερικό.
– Και έτσι βρεθήκατε στη Σενεγάλη…
Ακριβώς. Δίδαξα για δύο χρόνια πορτογαλικά σε ξένους, σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο στο Ντακάρ, στη Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων. Η πρεσβεία της Βραζιλίας πλήρωνε την αμοιβή μου και το πανεπιστήμιο τη στέγη μου. Μου άρεσε η εμπειρία στη Σενεγάλη, το χάρηκα. Αλλά στο τέλος του δεύτερου χρόνου είχα αρχίσει να ανησυχώ για το μέλλον μου, ήθελα κάτι σταθερό στη ζωή μου. Το 2015 γύρισα στη Βραζιλία και πάλι με υποτροφία και ξεκίνησα τη μετάφραση της Λυσιστράτης. Παράλληλα διεκδίκησα θέση σε δύο βραζιλιάνικα πανεπιστήμια, πέρασα και στα δύο και τελικά επέλεξα αυτό το πανεπιστήμιο, στο Μαρανιάο. Διδάσκω Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά, πέρσι δίδαξα και Νέα Ελληνικά.
– Πόσους φοιτητές έχετε; Και πόσες ώρες είναι το μάθημα;
Έχω κάθε εξάμηνο περίπου 15-20 φοιτητές. Τα Λατινικά είναι υποχρεωτικό μάθημα, τα Αρχαία και τα Νέα Ελληνικά μάθημα επιλογής. Η διάρκειά τους είναι 1,5 ώρα επί δύο φορές την εβδομάδα. Οι φοιτητές ενδιαφέρονται για τα μαθήματα αυτά αλλά το πρόβλημα είναι πως όλα τα φιλολογικά γίνονται μόνο πρωί, κι ενώ υπάρχει ενδιαφέρον δεν υπάρχουν αίθουσες. Διδάσκω ειδικά τη γλώσσα, αλλά κάνω αρκετές αναφορές στην ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας και στους πιο αντιπροσωπευτικούς συγγραφείς της. Τώρα μεταφράζουμε και τις Θεσμοφοριάζουσες και το έργο «Μέναιχμοι» του Πλαύτου, από τα Λατινικά. Εγώ μεταφράζω το κείμενο του Αριστοφάνη στη διάλεκτο της γενέτειράς μου, της Μπαΐα, και δύο φοιτητές μου στη διάλεκτο του Μαρανιάο..
– Να σταθούμε στη Λυσιστράτη. Πόσο χρόνο ασχοληθήκατε με τη μετάφραση και πώς προσεγγίσατε το αρχαίο κείμενο;
Δουλέψαμε για πάνω από 1,5 χρόνο. Πριν τη δική μας υπήρχαν βέβαια και άλλες μεταφράσεις αλλά σε λόγια γλώσσα, υπερβολικά παλιά, με αποτέλεσμα να χρειάζεται ίσως μετάφραση και η ίδια η… μετάφραση. Εμείς μεταφράζουμε σε δημώδη γλώσσα, στις διαλέκτους των πατρίδων μας. Το ίδιο το κείμενο μας δίνει την ευκαιρία να εκμεταλλευτούμε τον πλούτο των διαλέκτων, να δοκιμάσουμε τις δυνατότητες και τις αντοχές τους. Ως προς το περιεχόμενο, οι ιδέες του Αριστοφάνη είναι πάντα επίκαιρες. Άλλωστε η Λυσιστράτη είχε απαγορευτεί στη Βραζιλία την εποχή της Χούντας, άρχισε να εμφανίζεται και πάλι από τη δεκαετία του ’80. Ελπίζω να μπορέσω στη διάρκεια της ζωής μου να μεταφράσω και τις έντεκα κωμωδίες που έχουν διασωθεί, μετά θα ήθελα να ασχοληθώ με τον Ευριπίδη.
– Υπάρχουν στοιχεία στα έργα του Αριστοφάνη που να «ακουμπούν» στη σημερινή Βραζιλία;
Η επιβολή των Θεών, οι γυναίκες που υπάκουαν στη βούληση των ανδρών… Εμείς ζούμε διαρκώς, από τότε που δημιουργήθηκε το κράτος που ονομάζεται Βραζιλία, με την απειλή της βούλησης της ελίτ της χώρας. Όσες φορές τολμάμε να αντισταθούμε, γίνεται αυτό που λέει η Λυσιστράτη: ο «άνδρας» μας χαστουκίζει. Όσες φορές προσπάθησαν να αντισταθούν οι Βραζιλιάνοι, έφαγαν πολύ ξύλο και δεν ήταν λίγοι αυτοί που βασανίστηκαν και έχασαν τις ζωές τους…
– Τι σας κάνει εντύπωση στα Αρχαία Ελληνικά ή και τα Λατινικά;
Το ενδιαφέρον με τα Αρχαία Ελληνικά είναι πως ήταν γλώσσα πολλών κι έγινε γλώσσα λίγων. Η Ελλάδα διέσωσε μια γλώσσα με τόσο μεγάλη ιστορία και παράδοση. Μόνο εσείς μπορείτε να πείτε πως μιλάτε τη συνέχεια της γλώσσας των αρχαίων Ελλήνων. Τα Λατινικά, από την άλλη, ήταν γλώσσα λίγων και έγινε γλώσσα πολλών.
– Από όλες τις χώρες που ζήσατε και δουλέψατε ξεχωρίζετε κάποια;
Ξεχωρίζω την Ελλάδα και δεν είναι τυχαίο πως εκεί έκανα τις καλύτερες φιλίες μου. Χωρίς κανένα δισταγμό μπορώ να πω πως στην Ελλάδα πέρασα τα καλύτερα χρόνια μου. Η χώρα σας μου έδωσε τόσο πολύτιμα πράγματα, άυλα… Είναι οι άνθρωποί της. Αυτό που έζησα στην Ελλάδα δεν το βρήκα πουθενά αλλού. Για παράδειγμα, είμαι ευγνώμων για την ελευθερία που είχα στον Καναδά αλλά δεν συνδέθηκα με τους ανθρώπους. Θυμάμαι όταν γύριζα από ένα ταξίδι μου στην Αίγυπτο που άκουγα ελληνικά και ήταν σαν να γύριζα σπίτι μου. Πολλές φορές όταν μιλάω μου ξεφεύγουν ελληνικές εκφράσεις! Η χώρα αυτή με έχει σημαδέψει πολύ βαθιά. Στην Αθήνα θα μπορούσα να μείνω για πάντα, είναι μεγάλη, ασφαλής και μπορείς να κάνεις τα πάντα. Ζούσα στο κέντρο της Αθήνας, γύριζα μόνος αργά το βράδυ, ποτέ δεν έπαθα το παραμικρό.
– Τι σκέφτεστε για τους Έλληνες, αυτή την περίοδο που περνούν δύσκολα;
Θα καταλάβουν κάποτε οι Έλληνες τα στοιχεία που υπάρχουν μόνο στην Ελλάδα. Η πραγματική φιλία, το ανθρώπινο ενδιαφέρον… Ένας Έλληνας ξέρει από φίλους και από οικογένεια. Όταν ήμουν στη χώρα σας έβγαινα συνέχεια έξω, κάθε μου συζήτηση είχε κάποιο ενδιαφέρον, ακόμα και η πιο καθημερινή είχε μια «φιλοσοφική» πτυχή.
– Μοιράζονται κοινά Έλληνες και Βραζιλιάνοι;
Υπάρχουν κοινά στοιχεία και ιδιαιτερότητες, πιστεύω μοιάζετε με τους Βραζιλιάνους κάποιων περιοχών της χώρας, για παράδειγμα στην αυθεντικότητα. Επίσης, και οι Έλληνες και οι Βραζιλιάνοι δεν νοιαζόμαστε για το τι θα πουν οι άλλοι.
– Η ζωή στο βραζιλιάνικο πανεπιστήμιο πώς είναι; Οι υποδομές, οι αμοιβές των πανεπιστημιακών…
Οι καθηγητές πανεπιστημίου εδώ στη Βραζιλία εξακολουθούν να αμείβονται αρκετά καλά, ειδικά σε σύγκριση με άλλες βαθμίδες εκπαιδευτικών. Ακόμα έχουμε καλές αποδοχές παρότι η χώρα βρίσκεται μια ανάσα από τον γκρεμό, οι άλλοι κλάδοι, ειδικά στον ιδιωτικό τομέα, οι χαμηλόμισθοι, είναι απελπισμένοι. Η Βραζιλία είναι σε όλα μοιρασμένη στα δύο: Τα πανεπιστήμια του νότου, από τη Μπραζίλια και κάτω, έχουν τα πάντα. Καλές υποδομές, αξιολογήσεις τόσο από την εκάστοτε πολιτεία όσο και από τις ομοσπονδιακές αρχές. Εδώ πάνω, μας εγκαταλείπουν. Το δικό μου πανεπιστήμιο λειτουργεί μισό αιώνα και του λείπουν τα βασικά, θέλουμε να κάνουμε παραπάνω μαθήματα και δεν έχουμε αρκετές αίθουσες! Όλος αυτός ο χαμός στη χώρα, πολιτικά, προκαλείται από αυτούς που δεν ήθελαν μια κυβέρνηση η οποία, παρ’ όλα τα στραβά της, προωθούσε προγράμματα καταπολέμησης της ανισότητας…
– Μιας κι ζήσατε και τόσα χρόνια στην Ελλάδα, κι έχετε κι ένα σωρό φίλους εδώ, πείτε μας τι σας παίδεψε στα ελληνικά; Όχι από εκπαιδευτικής άποψης, ως ομιλητή
(Γελάει) Το χειρότερό μου ήταν το ελληνικό μεσημέρι- μεσημεράκι και το βράδυ-βραδάκι. Ρωτούσα κάποιον φίλο μου «πότε θα βρεθούμε;», μου απαντούσε «το μεσημεράκι» ή «το βραδάκι» και μου ήταν αδύνατο να καταλάβω τι ακριβώς σήμαινε αυτό. «Πες μου ακριβώς ώρα!» επέμενα, «όχι περιγραφές!». Το υποκοριστικό λειτουργεί ως μετριαστικό κι αυτό με μπέρδευε πολύ. Τόσα χρόνια μετά, μου είναι ακόμα ασαφές πότε το μεσημέρι γίνεται μεσημεράκι, ποια στιγμή αρχίζει το βραδάκι και πότε γίνεται βράδυ!
Με δυσκόλεψε επίσης η προφορά ενώ ακόμα γελάω πολύ με το πλήθος των λέξεων που χρησιμοποιείτε στον αποχαιρετισμό, ακόμα και από το τηλέφωνο. «Άντε», αρχίζει, «έγινε» συνεχίζει και πάει λέγοντας, «τα λέμε, γεια, γεια…»! Και στο τηλέφωνο, αυτός που το σηκώνει λέει χίλιες δυο εκφράσεις: «Ναι;», «Εμπρός», «Ορίστε», «Παρακαλώ», «Έλα»…
Έχετε βέβαια και μεγάλη ευρηματικότητα στις βρισιές κι επειδή και οι Βραζιλιάνοι βρίζουμε, καταλαβαίνω πολύ καλά το εύρος τους…
– Στην Ελλάδα θα ξαναέρθετε;
Θα είχα έρθει ήδη, απλώς προέκυψαν κάποια εμπόδια. Θα έρθω όμως οπωσδήποτε φέτος. Η τελευταία μου επίσκεψη ήταν το 2014. Τρία χρόνια είναι πολλά…
Δείτε όλα τα θέματα του Weekend
Πηγή