Στην αξία της δημιουργίας Σχολής Δικαστών, η οποία νομοθετήθηκε πρόσφατα, αναφέρθηκε κατά την τοποθέτησή του ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και πρώην πρωθυπουργός, Παναγιώτης Πικραμμένος.
Μιλώντας στο θεματικό συνέδριο του Κύκλου Ιδεών με αντικείμενο «Δικαιοσύνη: Η μεταρρύθμιση μιας εξουσίας και η αφύπνιση μιας ιδέας», κατά την πρώτη ημέρα του συνεδρίου που διεξήχθη παρουσία της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου, ο κ. Πικραμμένος σημείωσε πως η δημιουργία της Σχολής είναι σημαντική ώστε να ανταποκριθεί ο σημερινός δικαστής στο νέο περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί.
«Πώς θα δικάσουν οι δικαστές το θέμα της ενέργειας το οποίο ανέκυψε τώρα και είναι πολύπλοκο; Και πώς θα το δικάσουν όταν αρνούνται να αξιολογηθούν;» διερωτήθηκε ο κ. Πικραμμένος, και κατέληξε: «Ο δικαστής από τη φύση του πρέπει να είναι ανοικτός στις εξελίξεις και στη νέα πραγματικότητα. Απαιτείται αλλαγή νοοτροπίας. Ο δικαστικός λειτουργός είναι υπηρέτης του πολίτη. Οι αλλαγές στο δικαστικό σώμα απαιτούν συναίνεση και διάρκεια. Χρειάζεται αλλαγή του Συντάγματος. Η κυβέρνηση έχει αναλάβει πρωτοβουλίες, των οποίων τα αποτελέσματα δεν μπορούν να φανούν άμεσα».
«Το μεγάλο πρόβλημα στον επιχειρηματικό κόσμο δεν είναι η ποιότητα της δικαιοσύνης, αλλά ο χρόνος απονομής της, ο οποίος πολλές φορές ξεπερνάει σε διάρκεια την ίδια την υλοποίηση μιας επένδυσης», επισήμανε από την πλευρά του ο διευθύνων σύμβουλος της Bespoke SGA Holdings ΑΕ, Σπύρος Θεοδωρόπουλος.
«Μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις εκ των άνω δεν επιτυγχάνονται. Πρέπει προηγουμένως οι άνθρωποι, οι οποίοι θα χρειαστεί να αλλάξουν νοοτροπία, οι άνθρωποι της δικαιοσύνης πρέπει να αγκαλιάσουν τις μεταρρυθμίσεις, αλλά θα πρέπει να τους δοθεί μια διαφορετική επόμενη μέρα. Είναι λαϊκισμός να είναι όλοι οι μισθοί ίδιοι, δεν είναι δυνατόν να άρουμε τους ανθρώπους σε ένα άλλο επίπεδο κρατώντας τους χαμηλά», είπε ο κ. Θεοδωρόπουλος.
«Το πρώτο ερώτημα που καλούμαστε να απαντήσουμε είναι αν η ίδια η δικαιοσύνη, ο θεσμός, οι λειτουργοί, οι συλλειτουργοί, είναι δεκτικοί στη μεταρρύθμιση. Η απάντησή μου είναι “ναι”», ανέφερε μεταξύ άλλων ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης, Μιχάλης Καλογήρου, και πρόσθεσε:
«Η μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης είναι ένα προοδευτικό στοίχημα κοινωνικής αλλαγής. Κοινωνική αλλαγή χωρίς δικαιοσύνη δεν νοείται γιατί είναι εκείνη που διασφαλίζει την κοινωνική συνοχή. Μπορεί η δικαιοσύνη να μεταρρυθμιστεί ώστε να είναι και αναπτυξιακά επωφελής, με τις εξής αναπτυξιακές προϋποθέσεις: Να μην προκρίνει το συγκεκριμένο επιχειρείν έναντι άλλου επιχειρείν. Να συντονιστεί η δικαιοσύνη με τις ταχύτητες που ζητάει η αγορά αλλά και η κοινωνία, χωρίς να χάνει τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά και να μιλάμε εντός του πλαισίου της βιώσιμης ανάπτυξης. Νομίζω ότι απαιτείται ένας εθνικός διάλογος από μηδενική βάση σε σχέση με τις μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη. Εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη σημαίνει εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα. Απαιτείται μια εθνική συνεννόηση μέσω του διαλόγου».
«Στην Ελλάδα αντιστοιχεί ένας δικαστικός υπάλληλος για κάθε δικαστή, όταν στον ευρωπαϊκό μέσο όρο αντιστοιχούν τέσσερις υπάλληλοι για ένα δικαστή»
Στην αναλογία του αριθμού των δικαστικών υπαλλήλων και των δικαστικών λειτουργών, αναφέρθηκε ο επίτιμος πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Κώστας Μενουδάκος. «Στην Ελλάδα αντιστοιχεί ένας δικαστικός υπάλληλος για κάθε δικαστή, όταν στον ευρωπαϊκό μέσο όρο αντιστοιχούν τέσσερις υπάλληλοι για ένα δικαστή. Αυτό λέει πως ο δικαστής είναι γραμματέας του εαυτού του και αυτό είναι μια από τις βασικές αιτίες της καθυστέρησης. Μια ελπίδα υπάρχει, ότι με ένα πρόσφατο νόμο συνιστώνται θέσεις επιστημονικών βοηθών».
Απαντώντας στο ερώτημα για τον χρόνο απονομής της δικαιοσύνης σε υποθέσεις που σχετίζονται με την πορεία επενδύσεων, ο κ. Μενουδάκος υποστήριξε ότι «πολλές από αυτές τις υποθέσεις εκδικάζονται πιο γρήγορα σε σχέση με άλλες».
Αναφερόμενος στις κυβερνητικές εξαγγελίες για την δημιουργία ειδικών τμημάτων τα οποία θα εξετάζουν υποθέσεις ορισμένων κατηγοριών όπως της ενέργειας, των τηλεπικοινωνιών κ.λπ. εξέφρασε επιφυλάξεις και υποστήριξε ότι τέτοιου είδους μεταρρυθμίσεις πρέπει να γίνονται μετά από συγκεκριμένη μελέτη, αλλιώς μπορεί να αποτύχουν γιατί, όπως είπε, «έχουμε συνηθίσει να νομοθετούμε με βάση των επικαιρότητα σε όλους τους τομείς και στο ποινικό δίκαιο που είναι κάτι πιο ευαίσθητο».
Τις συζητήσεις για τις μεταρρυθμίσεις στο δικαστικό σύστημα συντόνισε η δημοσιογράφος Ιωάννα Μάνδρου.
Πηγή