Σάββατο , 28 Δεκέμβριος 2024
120 δόσεις: «Αναγκαίες οι διορθωτικές παρεμβάσεις στο νόμο», λέει το ΒΕΑ

Ποιοι και πότε θα πάρουν «δώρο» κρατικό χρήμα – Newsbeast

Ανάσα ρευστότητας σε επιχειρήσεις των οποίων η επιβίωση κρέμεται σε μία κλωστή  είτε λόγω των συνεπειών της πανδημίας είτε λόγω φυσικών καταστροφών σχεδιάζει να δώσει το υπουργείο Οικονομικών με την επιστρεπτέα προκαταβολή 600 εκατ. ευρώ το μεγαλύτερο μέρος της οποίας θα είναι «δώρο».

Μέσω των τριών πρώτων κύκλων επιστρεπτέας προκαταβολής υπολογίζεται πως στα μέσα Οκτωβρίου  θα έχει χορηγηθεί ρευστότητα της τάξεως των 3,5 δις ευρώ στην αγορά εκ των οποίων ήδη προβλέπεται πως ένα ποσοστό που μπορεί να φτάσει το 30-40%, οι δικαιούχοι ενισχύσεων υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις δεν θα το επιστρέψουν στο ελληνικό δημόσιο. Το μη επιστρεπτέο κομμάτι των τριών πρώτων κύκλων συνδέεται με κριτήρια πτώσης τζίρου και διατήρησης των θέσεων απασχόλησης. Στον τέταρτο κύκλο που αναμένεται να ενεργοποιηθεί τον Νοέμβριο και θα λαμβάνεται υπόψη ο τζίρος του Σεπτεμβρίου και του Οκτωβρίου ενώ οι όροι του προγράμματος επανακαθορίζονται  καθώς όπως αναγνωρίζουν αρμόδιες πηγές για πολλές επιχειρήσεις η επιβίωσή τους δεν είναι θέμα ρευστότητας υπό μορφή δανείου αλλά καθαρής μη επιστρεπτέας ενίσχυσης.

Οι πληροφορίες αναφέρουν πως τα δάνεια που δεν θα επιστρέψουν οι επιχειρήσεις στο κράτος μπορεί να υπερβαίνουν και το 50% των κεφαλαίων που θα χορηγηθούν σε συνάρτηση και με το πλέγμα των υπολοίπων μέτρων που έχουν ήδη εφαρμοστεί. Η υποβολή αιτήσεων ενδιαφέροντος αναμένεται τον Νοέμβριο ώστε και οι νέες ενισχύσεις να καταβληθούν έως το τέλος του έτους, δίνοντας ανάσα ρευστότητας.

Έως τα μέσα Οκτωβρίου άλλωστε αναμένεται να έχουν ολοκληρωθεί οι πληρωμές κεφαλαίων 1,5 δις ευρώ σε περίπου 165.000 επιχειρήσεις οι οποίες υπέβαλλαν αίτηση στο πλαίσιο του τρίτου κύκλου επιστρεπτέας προκαταβολής, ανεβάζοντας στα 3,5 δις ευρώ το συνολικό ύψος των ενέσεων ρευστότητας στην αγορά με αυτό το μέσο.

Στους τρεις πρώτους κύκλους, οι ισχύουσες αποφάσεις ορίζουν την επιστροφή ποσοστού 60%-70% των ενισχύσεων που έχουν καταβληθεί σε συνάρτηση με την πτώση του τζίρου και τη διατήρηση των θέσεων εργασίας.

Για την επιστροφή των ενισχύσεων προβλέπεται περίοδος χάριτος έως το τέλος του 2021 και πληρωμές από τον Ιανουάριο του 2022, με μηνιαίες καταβολές  σε 40 ισόποσες τοκοχρεoλυτικές δόσεις.

Τα ποσά των ενισχύσεων βεβαιώνονται στο taxisnet ως οφειλές και σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής εφαρμόζονται μέτρα αναγκαστικής είσπραξης.

Αναλυτικά σύμφωνα με τα ισχύοντα έως σήμερα ως προς τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις επιστροφής της ενίσχυσης:

1. Το ποσό της ενίσχυσης επιβαρύνεται με επιτόκιο αναφοράς, ίσο με  το βασικό επιτόκιο που έχει ορίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Ελλάδα προσαυξημένο κατά 109 μονάδες βάσης.

2. Για το χρονικό διάστημα ως την 31η Δεκεμβρίου 2021 παρέχεται άτοκη περίοδος χάριτος, κατά την οποία η δικαιούχος επιχείρηση δεν υποχρεούται να επιστρέφει οιοδήποτε τμήμα κεφαλαίου ή τόκων.

3. Μετά την παρέλευση της περιόδου χάριτος, το ποσό της ληφθείσας ενίσχυσης επιστρέφεται σε σαράντα (40) ισόποσες τοκοχρεωλυτικές μηνιαίες δόσεις, εκάστης εξ αυτών καταβλητέας την τελευταία ημέρα του μήνα.

4. Το ποσό της ενίσχυσης εμφανίζεται με τις τυχόν λοιπές οφειλές της επιχείρησης, στο διαδικτυακό τόπο της ΑΑΔΕ www.aade.gr στην επιλογή «myTAXISNet / ο λογαριασμός μου / Προσωποποιημένη πληροφόρηση/ Στοιχεία Οφειλών εκτός Ρύθμισης και Πληρωμή».

5. Το ανωτέρω ποσό βεβαιώνεται ως δημόσιο έσοδο και λογιστικοποιείται στα έσοδα του ΠΔΕ σε ειδικούς Αναλυτικούς Λογαριασμούς Εσόδων (ΑΛΕ) που θα δημιουργηθούν για το σκοπό αυτό.

6. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής των οφειλόμενων ποσών εφαρμόζονται οι γενικές διατάξεις του ΚΕΔΕ.

7. Παρέχεται δυνατότητα:

α) επιστροφής μόνο ποσοστού 70% της ενίσχυσης, εφόσον ο κύκλος εργασιών της επιχείρησης, ένα έτος μετά τη λήψη της ενίσχυσης, είναι μειωμένος κατά 70% ή παραπάνω σε σχέση με το ύψος του κύκλου εργασιών αναφοράς ή των ακαθάριστων εσόδων αναφοράς,

β) επιστροφής μόνο ποσοστού 60% της ενίσχυσης, για τις επιχειρήσεις που απασχολούσαν την 31η Μαρτίου 2020 περισσότερους από 20 εργαζόμενους, εφόσον διατηρήσουν κατά μέσο όρο τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσαν κατά την 31η Μαρτίου 2020, βάσει των στοιχείων του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, ως και την 31η Μαρτίου 2021.


Πηγή