Σάββατο , 28 Δεκέμβριος 2024

Πρόταση μομφής: Ο Αλέξης Τσίπρας δεν βγήκε κερδισμένος, για πέντε λόγους | ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η πρόταση μομφής, αναμφίβολα, ανέδειξε την αδυναμία της κυβέρνησης να διαχειριστεί την κακοκαιρία Ελπίδα. Φώτισε αστοχίες υπουργών, αυτοδιοικητικών, δημοσίων παραγόντων και, κυρίως, έδειξε τα επιχειρησιακά όρια του ιδιώτη της Αττικής Οδού.

Θα μου πείτε, δεν χρειαζόταν η πρόταση μομφής από τον ΣΥΡΙΖΑ για να καταλάβουμε πόσο τραυματικά ήταν όσα ζήσαμε στο λεκανοπέδιο Αττικής! Κι αυτό που θα μείνει στη συλλογική μας μνήμη από την καταιγίδα «Ελπίδα» δεν είναι τόσο οι ευθύνες Στυλιανίδη, Πατούλη ή του τάδε δημάρχου. Είναι η συνολική αδυναμία του κράτους να φτιάξει, επιτέλους, υπηρεσίες και υποδομές για την αντιμετώπιση φυσικών φαινομένων, αντί για ένα κουβάρι αλληλοκαλυπτόμενων αρμοδιοτήτων και ανευθυνότητας: να μια πραγματική μεταρρύθμιση που θάπρεπε να κάνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αν θέλει να λειτουργήσει το επιτελικό κράτος.

Ο ΣΥΡΙΖΑ θεώρησε ότι τώρα ήταν η ιδανική στιγμή για να επιτεθεί στην κυβέρνηση, με πρόταση δυσπιστίας, ώστε να κεφαλαιοποιήσει ένα κομμάτι της δυσαρέσκειας που κατέγραψαν και οι δημοσκοπήσεις. Πράγματι, οκτώ στους δέκα πολίτες πιστεύουν ότι η διαχείριση της συγκεκριμένης χιονοκαταιγίδας ήταν αποτυχημένη από την κυβέρνηση (Abacus, στο κανάλι Alpha). Ωστόσο, αντί ο Αλέξης Τσίπρας να βγει κερδισμένος από την αναμέτρηση στη βουλή και να καταφέρει ένα στρατηγικό πλήγμα στον αντίπαλό του, βγαίνει τραυματισμένος για τους εξής πέντε λόγους.

Πρώτον, με την πρόταση μομφής δεν πέφτουν οι κυβερνήσεις. Τζάμπα οι αλαλαγμοί των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ στη βουλή και στα social media για «επιτέλους τέλος». Αντίθετα, ακόμη και οι δυσαρεστημένοι βουλευτές της ΝΔ, που γκρίνιαζαν παρασκηνιακά για τον υπουργό Πολιτικής Προστασίας Χρήστο Στυλιανίδη και τον περιφερειάρχη Γιώργο Πατούλη, στοιχίστηκαν πίσω από την πρωθυπουργό. Η πρόταση δυσπιστίας μετατράπηκε σε ψήφο εμπιστοσύνης. Όταν το σκηνικό πολώνεται και η πολιτική σύγκρουση αγριεύει, δεν χωράνε λιποταξίες, όλες οι προσωπικές στρατηγικές και οι γκρίνιες υποχωρούν. Επομένως, σαν κίνηση τακτικής, η πρόταση μομφής μάλλον ωφέλησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη, παρά τον ΣΥΡΙΖΑ.

Δεύτερον, η κίνηση Τσίπρα για πρόταση μομφής ανέδειξε και δημοσιοποίησε το άγχος του με τις δημοσκοπήσεις. Όταν όλες οι μετρήσεις προβλέπουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει να είναι τρίτο κόμμα, πίσω από το ΚΙΝΑΛ, τότε όλα τα μάτια στρέφονται αναγκαστικά πάνω του. «Ο πνιγμένος από τα μαλλιά του πιάνεται. Κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας γιατί φοβάται ότι θα βγει τρίτος», αυτό ήταν το μοτίβο όσων μίλησαν από τη ΝΔ, αλλά και από το ΚΙΝΑΛ το τριήμερο, στη βουλή και στα κανάλια. Δεν θα έχαναν την ευκαιρία! Μια κατά τα φαινόμενα επιθετική κίνηση, η πρόταση μομφής, μετατράπηκε σε ομολογία αδυναμίας. Όλοι κατάλαβαν ότι ήταν μια καραμπόλα του κ. Τσίπρα εναντίον του Μητσοτάκη για να περιορίσει τη χασούρα από το «πρόβλημα» Ανδρουλάκη: πίστευε ότι επειδή ο νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ δεν μπορεί να παρευρίσκεται στην ολομέλεια (είναι ευρωβουλευτής), θα αναδεικνυόταν η αδυναμία του. Το αντίθετο συνέβη, μια χαρά ξεκαθάρισε το ΚΙΝΑΛ τις θέσεις του. Θάπρεπε να έχουν ήδη καταλάβει στην αξιωματική αντιπολίτευση ότι όσο απομακρύνεται ο Ανδρουλάκης από την μετωπική σύγκρουση και πόλωση του δικομματισμού, τόσο θα ενισχύεται σαν ψυχραιμότερη και πιο χρήσιμη φωνή στην αντιπολίτευση.

Τρίτον, στην συζήτηση της βουλής επανήλθαν, όπως ήταν προδιαγεγραμμένο, οι μνήμες της τραγωδίας στη Μάνδρα και στο Μάτι. Θυμηθήκαμε τους νεκρούς, την τραγική διαχείριση της τότε κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, τα στημένα σόου, την πανωλεθρία των κρατικών υπηρεσιών και της πολιτικής προστασίας. Ξαναζήσαμε την εποχή που αντί για συγγνώμη ακούστηκε το «ψάχνω αλλά δεν βρίσκω κανένα λάθος» του Νίκου Τόσκα. Αν ο κ. Τσίπρας έδωσε μια μάχη για να ισοφαρίσει τους νεκρούς σε Μάνδρα-Μάτι, τότε ήταν από χέρι χαμένο στοίχημα, γιατί αναγκάστηκε να απολογηθεί για τις μαύρες ημέρες της διακυβέρνησής του. Δεν το λες και επιτυχία όταν αντί να πλήξεις τον αντίπαλο επαναφέρεις το δικό σου κακό παρελθόν! Δηλαδή, τι περίμενε ο κ. Τσίπρας ότι ΝΔ και ΚΙΝΑΛ δεν θα αναφέρονταν σε αυτές τις τραγωδίες; Και εν τέλει, είναι αδιανόητο να επιχειρεί κάποιος να ισοφαρίσει τους δεκάδες νεκρούς στο Μάτι και τη Μάνδρα με την 20ωρη ταλαιπωρία οδηγών στην Αττική Οδό ή τις διακοπές ρεύματος.

Τέταρτον, δεν πέτυχε το σχέδιο ΣΥΡΙΖΑ να συγκροτηθεί ένα μέτωπο προοδευτικών δυνάμεων απέναντι στον Μητσοτάκη. Στην Κουμουνδούρου πίστεψαν ότι η πρόταση μομφής θα κατέληγε σε ένα πρόπλασμα της «προοδευτικής διακυβέρνησης» που θα ρίξει τον Κ. Μητσοτάκη, με συνοπτικές διαδικασίες. Ο Δ. Τζανακόπουλος πήγε, μάλιστα, φορτσάτος στη βουλή, έχοντας ήδη σχηματίσει την κυβέρνηση που ονειρεύεται: «Είναι η ώρα να φύγετε», είπε απευθυνόμενος στη ΝΔ. «Η χώρα χρειάζεται εκλογές, χρειάζεται προοδευτική κυβέρνηση, με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα». Με άλλα λόγια, ο κ. Τζανακόπουλος εισηγείται μόλις χάσει τις επόμενες εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ (όπως δείχνουν όλες οι μετρήσεις), η αντιπολίτευση να στοιχηθεί υπάκουα πίσω του και να ορίσει πρωθυπουργό τον κ. Τσίπρα, που μόλις θα έχει χάσει στην κάλπη! Όπως ήταν αναμενόμενο, εισέπραξε αρνήσεις και αντί να εμφανιστεί απομονωμένη η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν εκείνος που εμφανίστηκε αποκομμένος από δυνάμεις τις οποίες προσδοκούσε να συσπειρώσει. Από το ΚΙΝΑΛ, μέχρι το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25 οι απαντήσεις για «αντι-Μητσοτάκη» μέτωπο ήταν αρνητικές. Αν η πρόταση μομφής είχε σαν αποτέλεσμα να εισπράξει ο ΣΥΡΙΖΑ τόσα μαζεμένα «όχι», δεν το λες και επιτυχία!

Πέμπτον, ο κ. Τσίπρας απεδείχθη, για μια ακόμα φορά, ότι δεν κερδίζει από την κατακόρυφη αύξηση της λεκτικής πόλωσης. Η όξυνση τον ωφέλησε στην εποχή της χρεοκοπίας, αλλά οι Έλληνες προσδοκούν πλέον κανονικότητα και ευημερία, όχι ατζέντα καταστροφής. Η κοινή γνώμη κουράστηκε να τα παρουσιάζει κάποιος όλα μαύρα, δεν είμαστε στο 2015. Οι ρεβανσισμοί και τα γιουρούσια τύπου «τη δεύτερη φορά θα είναι αλλιώς» δεν προκαλούν αισιοδοξία, αλλά αποστροφή. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ευνοείται αναζητώντας λαίλαπες, νεκρούς και θύματα για να αντιπολιτευτεί πάνω στην καταστροφή ανθρώπων και περιουσιών. Οι κραυγές δείχνουν πολιτική απόγνωση, όχι τακτική νίκης. Επίσης, όταν σε πρόταση μομφής ο κ. Τσίπρας συζητά στη βουλή για τον Φουρθιώτη, όπως κάνει η τελευταία κομματική του φυλλάδα, σημαίνει ότι έχει χάσει τον παλμό της κοινωνίας, που αναζητά ψύχραιμες λύσεις και διέξοδο. Η καταφυγή στην πόλωση είναι η απόδειξη ότι ένα κόμμα ηττάται, αλλά συνεχίζει να αναζητά τις λάθος σανίδες σωτηρίας.


Πηγή