Τρίτη , 31 Δεκέμβριος 2024

Σήμα κινδύνου για ιδιωτικό χρέος, ανάπτυξη και ασφαλιστικά ταμεία

Προβληματισμένο αναφορικά με την πορεία της ελληνικής οικονομίας εμφανίζεται σε έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής. «Τα στοιχεία που διαθέτουμε δεν επιτρέπουν τόση αισιοδοξία», τονίζει χαρακτηριστικά, ενώ αναφερόμενο στο ιδιωτικό χρέος εκφράζει την ανησυχία του και για τις διαστάσεις που λαμβάνει.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, η ενδυνάμωση της ποιότητας των θεσμών είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ανάπτυξή της και – κατ’ επέκταση – με τη βιωσιμότητα του χρέους της, καθιστώντας την ουσιαστική εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων απαραίτητη, τονίζει μεταξύ άλλων, στην έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το τρίμηνο Ιούλιος – Σεπτέμβριο 2016.

Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής αναφέρει ότι παραμένει δύσκολη η οικονομική ανάρρωση από την αντιπαράθεση με τους δανειστές του εξαμήνου του 2015, τάσσεται υπέρ της ανάληψης της ιδιοκτησίας των μεταρρυθμίσεων του προγράμματος οικονομικής πολιτικής, θεωρεί απαραίτητη μία σοβαρή αναδιάρθρωση του χρέους για να βγει η χώρα από την παγίδα του χρέους, ενώ προτείνει αναδιάρθρωση του μείγματος οικονομικής πολιτικής υπέρ της εξοικονόμησης των δαπανών και μείωσης των φόρων στους οποίους αποδίδει υφεσιακή επίπτωση.

«Συμμεριζόμαστε την υπόθεση πολλών (σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση) ότι δεν έχουν εξαντληθεί τα περιθώρια για στοχευμένες εξοικονομήσεις δαπανών π.χ. στις δημόσιες προμήθειες, τα δημόσια έργα και στις καταναλωτικές δαπάνες του κράτους», σημειώνει το Γραφείο. Επίσης, προτείνει εφαρμογή των ιδιωτικοποιήσεων με όρους που θα αποτρέπουν την μετατροπή κρατικών μονοπωλίων σε ιδιωτικά. Σε ότι αφορά τις αλλαγές στα εργασιακά προτείνει την καθιέρωση συστήματος που θα συνδυάζει την ευελιξία στις αποφάσεις με την ασφάλεια για τους εργαζόμενους.

Την ίδια ώρα οι συντάκτες της έκθεσης εκφράζουν την ανησυχία τους και για τις διαστάσεις που προσλαμβάνει το ιδιωτικό χρέος. Όπως επισημαίνουν τα χρέη αυτά προς τις εφορίες, τις τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία αλλά και οι οφειλές προς τις ΔΕΚΟ – κυρίως προς τη ΔΕΗ – έχουν προσλάβει τέτοια διάσταση που λίαν συντόμως θα αγγίξουν τα επίπεδα του Δημοσίου Χρέους. Στην έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής εκφράζει, όπως και στην έκθεσή του για το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2017, επιφυλάξεις σε ότι αφορά τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης και των θεσμών για ανάπτυξη 2,7% το 2017.

Όπως αναφέρει, «η κυβέρνηση και η ΤτΕ αναμένουν σχεδόν αλματώδη ανάπτυξη το 2017 κατά 2,7% του ΑΕΠ. Την ίδια αισιόδοξη πρόβλεψη περιέχει το Σχέδιο Προϋπολογισμού 2017 (Οκτώβριος 2016). Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) μάλιστα, υπερθεματίζει. Όμως τα στοιχεία που διαθέτουμε δεν επιτρέπουν τόση αισιοδοξία”. Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής θεωρεί πάντως ότι με βάση τις προβλέψεις για την πορεία των εσόδων και των άλλων οικονομικών μεγεθών είναι» εφικτό να αποφύγουμε την εφαρμογή του λεγόμενου «κόφτη» το 2017.

Οι συντάκτες της έκθεσης τονίζουν ότι «τους επόμενους μήνες θα αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία η αναθεώρηση των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα προς τα κάτω και η οριστική «διευθέτηση» του χρέους. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση μάλλον συμφωνούν στον στόχο αυτό και έχουν ως σύμμαχο το ΔΝΤ!».

Στην έκθεση σημειώνεται ότι αντισταθμιστικές ενέργειες, κυρίως της κυβέρνησης, είναι δυνατόν να περιορίσουν σημαντικά τις υφεσιακές επιπτώσεις της φοροκεντρικής πολιτικής προσαρμογής. Οι «ενέργειες» αυτές, σε συνδυασμό μάλιστα με ένα φιλικό προς την ανάπτυξη (και κοινωνικά δίκαιο)σχέδιο περικοπής πρωτογενών δαπανών και καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, μπορεί να οδηγήσουν σε «επεκτατική δημοσιονομική προσαρμογή». Σε ότι αφορά τα εργασιακά στην έκθεση θεωρείται ως απαραίτητη προϋπόθεση για τις αλλαγές ένα ελάχιστο επίπεδο εμπιστοσύνης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και κατάλληλοι θεσμοί! Αναφερόμενο ειδικότερα στο ζήτημα των ομαδικών απολύσεων το Γραφείο τονίζει ότι αυτή η αναγκαία εμπιστοσύνη θα ενισχυόταν:

(α) αν θεσπιζόταν ένα «κοινωνικό σχέδιο» (όπως για παράδειγμα αυτό που ισχύει στη Γερμανία), που θα κάλυπτε τους απολυμένους κατά τα πρότυπα της σχετικής πρακτικής στις περισσότερες δυτικές χώρες. Το σχέδιο αυτό θα απαιτούσε την εμπλοκή αποτελεσματικά λειτουργούντων δημόσιων και ιδιωτικών φορέων (ΟΑΕΔ, εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, Υπουργείου Ανάπτυξης / ΕΣΠΑ). Το σχέδιο θα έδινε χρόνο στους εργαζόμενους να αντιμετωπίσουν εν μέρει τη νέα κατάσταση.

(β) αν εξετάζονταν έγκαιρα εναλλακτικές δυνατότητες. Μια τέτοια δυνατότητα, σύμφωνα με την επιτροπή εμπειρογνωμόνων, είναι η μείωση των ωρών εργασίας – μια μορφή ευελιξίας. Με τον τρόπο αυτόν, οι μεν επιχειρήσεις θα μπορούσαν να προσαρμόσουν την παραγωγή τους στις συνθήκες της αγοράς (ή να επιβιώσουν στην κρίση), ενώ οι εργαζόμενοι θα διατηρούσαν τις θέσεις εργασίας τους και το κράτος δεν θα επιβαρυνόταν με νέα επιδόματα ανεργίας

Σε ότι αφορά το χρέος, στην έκθεση σημειώνεται ότι ορθώς η κυβέρνηση θέτει το ζήτημα, ενώ επισημαίνεται ότι αν η Ελλάδα εκπληρώσει τις δεσμεύσεις της θα βρεθεί λύση ή, έστω, η πίεση για λύση θα μετατοπισθεί προς την ΕΕ. «Η γνώμη του ΓΠΚΒ είναι ότι μια σοβαρή αναδιάρθωσή του είναι απαραίτητη για να ξεφύγει η χώρα από την «παγίδα χρέους» στην οποία βρίσκεται. Στην ουσία, η Ελλάδα έχει παγιδευτεί σε ένα αλληλοτροφοδοτούμενο υφεσιακό «σπιράλ», τόσο λόγω του υψηλού και δυσβάστακτου χρέους (που επηρεάζει βασικούς αναπτυξιακούς συντελεστές), όσο και λόγω της αβεβαιότητας που κυριαρχεί (ως απόρροια της κρίσης χρέους, που στην πορεία όμως δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο) αλλά και του χαμηλού επιπέδου των θεσμών της χώρας (που είναι υψίστης σημασίας για την οικονομική ανάπτυξη). Στο πλαίσιο αυτό, τους τελευταίους μήνες το θέμα του χρέους βρίσκεται στο προσκήνιο».

Αλλά το χρέος δεν είναι ο μόνος παράγοντας αβεβαιότητας σημειώνει το Γραφείο: «Υπάρχουν και πολλοί άλλοι: η γραφειοκρατία, οι δυσκολίες χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, οι φορολογικοί συντελεστές, η αστάθεια στη νομοθεσία, οι δυσλειτουργίες στις αγορές προϊόντων και στη δικαιοσύνη. Επομένως, η επενδυτική ώθηση που χρειάζεται η χώρα θα προέλθει όχι μόνον από τη ρύθμιση του χρέους, αλλά και από το σύνολο των μεταρρυθμίσεων που προβλέπονται στο Μνημόνιο».

Στην έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής υπογραμμίζει μιά σειρά «από αναδυόμενους κίνδυνους για τη δημοσιονομική και κοινωνική σταθερότητα».

Μεταξύ αυτών συγκαταλέγει:

  1. Τα Ασφαλιστικά Ταμεία: «Η σημερινή κατάσταση των ασφαλιστικών ταμείων δημιουργεί προβληματισμούς για τη βιωσιμότητά τους. Οι οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία ξεπέρασαν τα 30 δισ. ευρώ», αναφέρεται στην έκθεση.
  2. Τις συνολικές (εκκαθαρισμένες και υπό εκκαθάριση) ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς ιδιώτες
  3. Έναν πιθανό επερχόμενο εξορθολογισμό-μειώσεις σε προνοιακά επιδόματα το ύψος των οποίων ανέρχεται σε 247,4 εκατ. ευρώ. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται το επίδομα θέρμανσης, οι παροχές διακοπών σε ανέργους, το Καλοκαιρινό κατασκηνωτικό πρόγραμμα ΟΑΕΔ, προγράμματα ΟΑΕΔ οικονομικής ενίσχυσης συνδικαλιστικών οργανώσεων, προγράμματα κοινωνικού τουρισμού κ.ά.

Πηγή