Ήταν αρχές του 17ου αιώνα όταν, αρχικά, στην Ανατολική Μακεδονία ξεκίνησε να καλλιεργείται συστηματικά ο καπνός, προϊόν που αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί βασικό πυλώνα της ελληνικής αγροτικής οικονομίας. Στη συνέχεια, εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα, με την καλλιέργεια του να παρουσιάζει εξαιρετικές προσαρμοστικές ιδιότητες, τόσο στις εδαφολογικές συνθήκες, όσο και στα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της ελληνικής γης.
Στη χώρα μας καλλιεργούνται κυρίως καπνά ανατολικού τύπου, με κυρίαρχες τις ποικιλίες Μπασμάς Ξάνθης, Κατερίνη, Μυρωδάτα Αγρινίου, και σε μικρότερη έκταση, καλλιεργείται η ποικιλία Virginia, αμερικάνικου τύπου. Η παραγωγή πλησιάζει τους 27.000 τόνους για τα ανατολικά καπνά και τους 10.000 τόνους για τα αμερικάνικα, μεγέθη σημαντικά μειωμένα σε σχέση με αυτά που επικρατούσαν τα παλαιότερα χρόνια και μέχρι το 2006.
Πού ευδοκιμεί
Τα άγονα, ελαφρά εδάφη είναι τα μέρη που μπορεί να αναπτυχθεί η καλλιέργεια του καπνού, ειδικά στην περίπτωση των ποικιλιών ανατολικού τύπου, αξιοποιώντας εκτάσεις χαμηλής παραγωγικής ικανότητας, που θα ήταν δύσκολο να ευδοκιμήσουν άλλες καλλιέργειες.
Στη χώρα μας, η μέση έκταση ανά γεωργική εκμετάλλευση αντιστοιχεί περίπου σε 10 στρέμματα, ωστόσο αυτή είναι ικανή να αποδώσει ένα σημαντικό γεωργικό εισόδημα.
Παράλληλα, αξιοποιεί εργατικό δυναμικό, από όλες τις ηλικίες, (μέχρι και 10% του πληθυσμού μπορεί να απασχοληθεί μόνο στον καπνό σε αυτές τις περιοχές) καθώς απαιτεί πολλές ώρες εργασίας, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στη διατήρηση του πληθυσμού στις περιοχές καλλιέργειάς του, και στην εξασφάλιση πλήρους απασχόλησης με ικανοποιητικό εισόδημα.
Αναβιώνει η καλλιέργεια
Την περίοδο πτώσης της καλλιέργειας του καπνού, φαίνεται να ακολουθεί μια ιδιαίτερα αισιόδοξη περίοδος, με τον κόσμο της βιομηχανίας να επενδύει στον καπνό, ενισχύοντας τη σύγχρονη αγροτική παραγωγή και το αίσθημα σταθερότητας αφού ο καπνός είναι απόλυτα συνδεδεμένος με τη συμβολαιακή γεωργία.
Παράλληλα, οι έρευνες που γίνονται από ελληνικά πανεπιστήμια και ινστιτούτα της χώρας, σε συνδυασμό με την είσοδο και την εξέλιξη της τεχνολογίας, σε συγκομιδή και ξήρανση του προϊόντος, συμβάλλουν στην εξέλιξη της καπνοπαραγωγής. Δίνεται περισσότερη έμφαση στη βελτίωση της ποιότητας, στη μείωση του κόστους παραγωγής και την ένταξη της καλλιέργειας σε συστήματα παραγωγής ολοκληρωμένης και βιολογικής διαχείρισης.
Έχοντας ήδη μπει στον 21ο αιώνα, παρατηρείται μια στροφή στη χρήση συστημάτων παραγωγής, οικολογικού ενδιαφέροντος, μειωμένων εισροών με σεβασμό στο περιβάλλον και τον άνθρωπο με στόχο την παραγωγή προϊόντων ποιοτικά ανώτερων και ασφαλέστερων, που παράλληλα αποκτούν προστιθέμενη αξία και προσφέρουν μεγαλύτερο κέρδος στον παραγωγό.
Τελευταίες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για περίπου 5.000 στρέμματα καλλιέργειας βιολογικού καπνού στη χώρα μας, περιλαμβάνοντας καλλιέργειες καπνού σε μεταβατικό στάδιο. Μέχρι στιγμής, πραγματοποιείται υπό την αιγίδα πιλοτικών προγραμμάτων, που αναδεικνύουν, όμως, τις προοπτικές της καλλιέργειας.
«Βιολογική» στροφή
Παρόλο που ο καπνός ανήκει στην κατηγορία των βιομηχανικών φυτών, αυτός σχετίζεται άμεσα με την ανθρώπινη υγεία, καθώς ο τρόπος χρήσης του γίνεται μέσω εισπνοής της καύσης των φύλλων.
Κάτι, που καθιστά πλέον αναγκαία, την παραγωγή προϊόντος καλύτερης ποιότητας, απαλλαγμένου από τοξικά υπολείμματα φυτοπροστατευτικών ουσιών, με σκοπό τη δημιουργία «καθαρού» τελικού προϊόντος, μειώνοντας τις επιβλαβείς επιπτώσεις που επιφέρει το κάπνισμα στην υγεία του καταναλωτή.
«Πραγματοποιούμε πολυετείς έρευνες σχετικά με την ένταξη του καπνού σε συστήματα εξολοκλήρου Βιολογικής Διαχείρισης, με έμφαση στην οικονομικότητα παραγωγής εμπορικής κλίμακας και την αύξηση των αποδόσεων, που είναι απαραίτητη σε συστήματα μειωμένων εισροών καθώς και τη βελτίωση της ποιότητας» δήλωσε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καθηγητή Γεωργίας και Βιολογικής Γεωργίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Δημήτρης Μπιλάλης.
Μάλιστα, όπως σημειώνει ο ίδιος «επιστρατεύουμε νέες και βελτιώνουμε παλιές, παραδοσιακές τεχνικές καλλιέργειας, με γνώμονα, πάντα, την κάλυψη των αναγκών της αγροτικής παραγωγής, και ακολουθώντας τις τάσεις της εποχής».
Αξίζει να σημειωθεί, πως σύμφωνα με έρευνες που έγιναν σε πειραματική καλλιέργεια βιολογικού καπνού, οι αποδόσεις έφτασαν τα 200 κιλά ανά στρέμμα για την ποικιλία Μπασμάς Ξάνθης, τα 300 κιλά ανά στρέμμα για την ποικιλία Κατερίνη και 320 κιλά ανά στρέμμα για την ποικιλία Μυρωδάτα Αγρινίου, δίνοντας κίνητρο για περαιτέρω έρευνα, με στόχο την ανάπτυξη και την εξάπλωση της βιολογικής καπνοκαλλιέργειας, που θα είναι, πλέον, συνυφασμένη με τον όρο βιωσιμότητα.
localStorage.clear();
Πηγή