Τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους σύνταξης κύριας ασφάλισης περιγράφει Κοινή Υπουργική Απόφαση του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Γιώργου Χουλιαράκη και του υφυπουργού Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσου Πετρόπουλου.
Συγκεκριμένα, ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους σύνταξης κύριας ασφάλισης, εξ ιδίου δικαιώματος, ανικανότητας ή κατά μεταβίβαση, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου του. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών δια του συνολικού χρόνου ασφάλισής του. Ως σύνολο μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος, νοείται το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές, καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου του.
Από 01-01-2017, ως συντάξιμες αποδοχές των παλαιών ασφαλισμένων (υπάλληλοι που έχουν ασφαλισθεί πρώτη φορά για κύρια σύνταξη σε φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο ή σε φορέα ασφάλισης κράτους-μέλους της Ε.Ε., πριν την 01-01-1993), οι οποίοι υπάγονται στις διατάξεις του ν. 4354/2015 (νέο ενιαίο μισθολόγιο), νοούνται αυτές επί των οποίων καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές, δηλαδή:
- Ο βασικός μισθός, όπως αυτός καταβάλλεται.
- Το καταβαλλόμενο επίδομα θέσης ευθύνης.
- Το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας μόνο για όσους υπηρετούν στους ΟΤΑ α’ βαθμού και έχουν ενταχθεί στο καθεστώς των Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων (ΒΑΕ).
Από 01-01-2017, ως συντάξιμες αποδοχές των νέων ασφαλισμένων υπαλλήλων (έχουν ασφαλισθεί για κύρια σύνταξη για πρώτη φορά σε φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο ή σε φορέα ασφάλισης κράτους-μέλους της Ε.Ε., μετά την 01-01-1993) που υπάγονται στις διατάξεις του ν. 4354/2015 (νέο ενιαίο μισθολόγιο), νοούνται αυτές επί των οποίων καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές, δηλαδή:
- Ο βασικός μισθός, όπως αυτός καταβάλλεται.
- Η οικογενειακή παροχή.
- Το καταβαλλόμενο επίδομα θέσης ευθύνης.
- Το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, ανεξαρτήτως εάν έχουν ενταχθεί στο καθεστώς των ΒΑΕ.
- Το επίδομα απομακρυσμένων-παραμεθόριων περιοχών.
Διευκρινίζεται ότι:
- Το επίδομα θέσης ευθύνης περιλαμβάνεται στις συντάξιμες αποδοχές και, επομένως, υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές και στις περιπτώσεις άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου οργανικής μονάδας κατά αναπλήρωση ή ανάθεση άσκησης των καθηκόντων αυτών, οπωσδήποτε δε στις περιπτώσεις άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου οργανικής μονάδας, μετά από επιλογή του αρμόδιου οργάνου, βάσει των οικείων διοικητικών διατάξεων.
- Επειδή το εικονικό ποσό των 140,80 ευρώ δεν περιλαμβάνεται στις αποδοχές των υπαλλήλων που υπάγονται στο ενιαίο μισθολόγιο του ν. 4354/2015 και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να αποτελεί τμήμα των συντάξιμων αποδοχών τους, από 01-01-2017 και μετά, δεν υπόκειται σε κράτηση ασφαλιστικών εισφορών.
- Η προσωπική διαφορά του άρθρου 27 (παρ. 1) του ν. 4354/2015 δεν αποτελεί σταθερή παράμετρο του ενιαίου μισθολογίου και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να αποτελεί τμήμα των συντάξιμων αποδοχών.
Οι κρατήσεις για κύρια σύνταξη, όσων υπάγονται στα ειδικά μισθολόγια, εξακολουθούν να υπολογίζονται επί των συνταξίμων αποδοχών, όπως αυτές προσδιορίζονται από τις οικείες συνταξιοδοτικές διατάξεις, με εξαίρεση το ποσό των 140,80 ευρώ (στις περιπτώσεις που το ποσό αυτό λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών), το οποίο, λόγω του ότι αποτελεί εικονικό ποσό και δεν καταβάλλεται με τις αποδοχές, δεν υπόκειται, από 01-01-2017 και μετά, σε κράτηση για κύρια σύνταξη.
Ασφαλιστικές εισφορές
Α. Εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη εργαζομένων στο Δημόσιο
1. Από 01-01-2017, καταβάλλονται στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) για κύρια σύνταξη ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη για τα ακόλουθα πρόσωπα, που, μέχρι την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του ΕΦΚΑ, υπάγονταν στο ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου:
α. Τους τακτικούς και μετακλητούς υπαλλήλους του Δημοσίου, της Βουλής, των ΝΠΔΔ και των ΟΤΑ α’ και β’ βαθμίδας,
β. τους ιερείς και τους υπαλλήλους των Εκκλησιαστικών Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου,
γ. τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος και
δ. τα αιρετά όργανα (βουλευτές και δήμαρχοι).
2. α. Το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών ασφαλισμένου ανέρχεται, μηνιαίως, σε ποσοστό 6,67% επί των κατά τα ανωτέρω μηνιαίων, συνταξίμων αποδοχών του υπαλλήλου, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά.
β. Το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών εργοδότη, στις περιπτώσεις που, μέχρι την 31-12-2016, δεν προβλεπόταν η καταβολή αυτών, ανέρχεται, μηνιαίως, σε ποσοστό επί των κατά τα ανωτέρω μηνιαίων συνταξίμων αποδοχών του ασφαλισμένου υπαλλήλου, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά και διαμορφώνεται κατ’ έτος, ως εξής:
Έτος Ποσοστό ασφαλιστικών εισφορών
2017 3,33%
2018 6,67%
2019 10%
2020 και επόμενα 13,33%
Σημειώνεται ότι, για τους μετακλητούς υπάλληλους δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, καταβάλλεται εισφορά ασφαλισμένου, ύψους 6,67% και εργοδοτική εισφορά, σύμφωνα με τα ανωτέρω μεταβατικά ποσοστά, ανεξαρτήτως εάν με το υφιστάμενο, μέχρι 31-12-2016, καθεστώς υπάγονταν στο Δημόσιο ή σε φορείς κύριας ασφάλισης αρμοδιότητας του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ή, από 01-01-2017, υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ, βάσει των σχετικών διατάξεων του Δημοσίου ή των ανωτέρω φορέων κύριας ασφάλισης.
Για τους μετακλητούς υπαλλήλους, το ύψος της εργοδοτικής εισφοράς υπολογίζεται με βάση τα ανωτέρω μεταβατικά ποσοστά, ακόμη και εάν με το ισχύον, μέχρι 31-12-2016, καθεστώς προβλεπόταν για την ασφάλιση των ανωτέρω προσώπων υψηλότερο ή χαμηλότερο ή δεν προβλεπόταν η καταβολή ποσοστού εργοδοτικής εισφοράς.
Σε περίπτωση μετακλητών υπαλλήλων που διορίζονται, μετά την 01-01-2017, καταβάλλονται για τον κλάδο σύνταξης εισφορές, ύψους 6,67%, από τον ασφαλισμένο και 13,33% από τον εργοδότη, χωρίς να εφαρμόζονται στην περίπτωση αυτή τα ανωτέρω μεταβατικά ποσοστά εργοδοτικής εισφοράς.
Εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη εργαζομένων των ΟΤΑ α’ βαθμού
1. Η πρόσθετη ειδική εισφορά 4,3% για όσους υπηρετούν στην τοπική αυτοδιοίκηση α’ βαθμού και έχουν ενταχθεί στο καθεστώς των ΒΑΕ, ανεξάρτητα εάν ανήκουν στην κατηγορία των παλαιών ή νέων ασφαλισμένων, υπολογίζεται επί του βασικού μισθού και του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, εφόσον είναι δικαιούχοι και πράγματι τους καταβάλλεται το εν λόγω επίδομα και όχι επί του συνόλου των αντίστοιχων συντάξιμων αποδοχών.
2. Η εργοδοτική εισφορά 8%, η οποία υπολογίζεται επί των καταβαλλόμενων αποδοχών των πρώην κοινοτικών υπαλλήλων, που έχουν ενταχθεί στους δήμους και βαρύνει τους οικείους προϋπολογισμούς, διαμορφώνεται κατ’ έτος, ως εξής:
Έτος Ποσοστό ασφαλιστικών εισφορών
2017 9,33%
2018 10,67%
2019 12,00%
2020 και επόμενα 13,33%
Εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη αιρετών (Δημάρχων) των ΟΤΑ α’ βαθμού
Η εισφορά 10% στα έξοδα παράστασης των Δημάρχων που έχουν αποκτήσει, για πρώτη φορά, την ιδιότητα αυτή, μέχρι την 12-11-2012 (ημερομηνία ισχύος του ν. 4093/2012) και εν δυνάμει μπορούν να αποκτήσουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα, διαμορφώνεται κατ’ έτος, ως εξής:
Έτος Ποσοστό ασφαλιστικών εισφορών
2017 9,17%
2018 8,34%
2019 7,50%
2020 και επόμενα 6,67%
Σημειώνεται ότι:
α) Για τα προαναφερθέντα αιρετά όργανα, από 01-01-2017, καταβάλλεται η εισφορά εργοδότη από τον οικείο Δήμο σύμφωνα με την αριθμ. 111482/0092/30.11.2016 (ΦΕΚ 4005/Β’/14-12-2016) Απόφαση περί καθορισμού των ασφαλιστικών εισφορών ασφαλισμένου και εργοδότη.
β) Όσα από τα ανωτέρω πρόσωπα έχουν αποκτήσει την ιδιότητα του Δημάρχου, από 13-11-2012 και μετά, δεν δικαιούνται σύνταξη από τη θέση αυτή.
Έκταση εφαρμογής
Ειδικότερα, τα ανωτέρω εφαρμόζονται:
1. Σε υπαλλήλους με σχέση δημοσίου δικαίου, καθώς σε δικηγόρους με σχέση έμμισθης εντολής με το Δημόσιο, ανεξαρτήτως εάν με το υφιστάμενο, μέχρι 31-12-2016, καθεστώς, υπάγονταν στην ασφάλιση του Δημοσίου ή φορέα κύριας ασφάλισης αρμοδιότητας του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και ανεξαρτήτως του χρόνου διορισμού, (πριν ή μετά την 01-01-1993 ή την 01-01-2011).
2. Σε όσους υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3163/1955 και του ν.δ. 4277/1962, αντίστοιχα.
3. Στους τακτικούς υπαλλήλους των ΝΠΔΔ, που συνταξιοδοτούνται από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, με διατάξεις που παραπέμπουν είτε στις συνταξιοδοτικές προϋποθέσεις του Δημοσίου είτε στις διατάξεις του ν. 3163/1955 (λ.χ. ΟΓΑ,ΤΣΜΕΔΕ, ΤΣΑΥ).
Σημειώνεται ότι εξακολουθεί να έχει εφαρμογή η ΥΑ Φ11321/οικ.45947/1757/19.12.2016 «Αναπροσαρμογή ασφαλιστικών εισφορών κλάδου σύνταξης μισθωτών, από 01-01-2017 έως την 01-01-2020», σε όσες από τις ανωτέρω κατηγορίες υπαλλήλων κατέβαλαν υψηλότερα ή χαμηλότερα ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών για τον κλάδο σύνταξης.
Τέλος, για τους υπάλληλους, περιλαμβανομένων και των μετακλητών υπαλλήλων, που υπηρετούν ή προσλαμβάνονται στο Δημόσιο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου (ορισμένου ή αορίστου χρόνου), ως συντάξιμες αποδοχές νοούνται αυτές του αρ. 38 του ν. 4387/2016, ήτοι οι πάσης φύσεως αποδοχές, με εξαίρεση τις κοινωνικού χαρακτήρα έκτακτες παροχές, λόγω γάμου, γέννησης τέκνων, θανάτου και βαριάς αναπηρίας.
Συμψηφισμοί οφειλών
Σε περίπτωση που κατά την εφαρμογή των ανωτέρω προκύψουν διαφορές στα ποσά των ασφαλιστικών εισφορών που έχουν καταβληθεί από 01-01-2017, οι αρμόδιες υπηρεσίες των φορέων θα αντιμετωπίζουν τις περιπτώσεις, ως εξής:
Α. Εάν το ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που έχει καταβληθεί είναι υψηλότερο από εκείνο που προκύπτει από την εφαρμογή των ανωτέρω ρυθμίσεων, τότε το επιπλέον ποσό συμψηφίζεται, μέχρι εξάλειψής του, με μελλοντικές καταβολές ασφαλιστικών εισφορών.
Παράδειγμα: Για τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2017, καταβλήθηκε συνολική εισφορά (ασφαλισμένου και εργοδότη), ύψους 100 ευρώ, μηνιαίως, ενώ με βάση τις ανωτέρω ρυθμίσεις θα έπρεπε να έχει καταβληθεί μηνιαία εισφορά, ύψους 70 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή, προκύπτει διαφορά, ύψους 30 ευρώ, μηνιαίως, δηλαδή 90 ευρώ συνολικά. Για την τακτοποίηση, κατά το μήνα Απρίλιο του 2017, δεν θα καταβληθεί μηνιαία εισφορά (70 ευρώ προβλεπόμενη εισφορά – 70 ευρώ ποσό οφειλής), ενώ για το μήνα Μάιο του 2017 θα καταβληθεί μηνιαία εισφορά, ύψους 50 ευρώ (70 ευρώ προβλεπόμενη εισφορά – 20 ευρώ ποσό οφειλής).
Β. Εάν το ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που έχει καταβληθεί, είναι χαμηλότερο από εκείνο που προκύπτει από την εφαρμογή των ανωτέρω ρυθμίσεων, τότε το επιπλέον ποσό που πρέπει να καταβληθεί για την τακτοποίηση των εισφορών των προηγούμενων μηνών, καταβάλλεται σε δόσεις, ο αριθμός των οποίων είναι ίσος με τον αριθμό των μηνών για τους οποίους προκύπτει διαφορά στο ύψος των εισφορών. Παράδειγμα: Για τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2017, καταβλήθηκε συνολική εισφορά (ασφαλισμένου και εργοδότη), ύψους 100 ευρώ, μηνιαίως, ενώ με βάση τις ανωτέρω ρυθμίσεις θα έπρεπε να έχει καταβληθεί μηνιαία εισφορά, ύψους 120 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή, προκύπτει διαφορά, ύψους 20 ευρώ, μηνιαίως, δηλαδή 60 ευρώ συνολικά. Για την τακτοποίηση καταβάλλεται για τους επόμενους τρεις μήνες επιπλέον ποσό εισφοράς, ύψους 20 ευρώ, δηλαδή το ποσό της μηνιαίας εισφοράς για τους μήνες Απρίλιο, Μάιο και Ιούνιο του 2017, διαμορφώνεται σε 140 (120 ευρώ + 20 ευρώ).
Πηγή