Με μουσική από έργα των Αλέκου Ξένου και Λούντβιχ βαν Μπετόβεν, η ΚΕ του ΚΚΕ διοργάνωσε απόψε στον Περισσό συναυλία στο πλαίσιο του εορτασμού των 100 χρόνων από την ίδρυση του ΚΚΕ.
Τα έργα ερμήνευσε η Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ υπό τη διεύθυνση του μαέστρου Χρήστου Ηλ. Κολοβού.
Το Α’ Μέρος της συναυλίας περιελάμβανε τα έργα του Αλ. Ξένου, «Κύπρος, Ελλάδα μας» και «Ο Διγενής δεν πέθανε» και το Β’ Μέρος την 5η Συμφωνία, σε ντο ελ., έργο 67 του Μπετόβεν.
Ιδιαίτερη στιγμή στο κλείσιμο της συναυλίας ήταν η εκτέλεση, σε παγκόσμια πρώτη της «Διεθνούς» που ενορχήστρωσε και διασκεύασε για μεγάλη συμφωνική ορχήστρα, ειδικά για τη συγκεκριμένη συναυλία, ο Σπύρος Μαυρόπουλος.
Στη συναυλία παρευρέθηκε πολυμελής αντιπροσωπεία της ΚΕ του ΚΚΕ, με επικεφαλής τον γγ της, Δημήτρη Κουτσούμπα.
Επίσης, η οικογένεια του Αλ. Ξένου, τα παιδιά του, Άλκης και Αλίκη, τα εγγόνια και δισέγγονά του, ο πρόεδρος της ΕΡΤ, Χρήστος Λεοντής, και πλήθος ανθρώπων των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Το άνοιγμα της εκδήλωσης έγινε από την Ελένη Μηλιαρονικολάκη, μέλος της ΚΕ και υπεύθυνη του Τμήματος Πολιτισμού.
Όπως ανέφερε η σημερινή συναυλία «είναι αφιερωμένη στα 100 χρόνια πάλης του ΚΚΕ για μια νέα κοινωνία με ανθρώπινους νόμους» και ταυτόχρονα είναι «μια μικρή προκαταβολή για το χρέος μας απέναντι στον πρωτοπόρο στη δράση και το έργο, κομμουνιστή μουσουργό Αλέκο Ξένο, πρωτεργάτη στην ανάπτυξη της μουσικής καλλιέργειας στον τόπο μας και προπαντός στην εισαγωγή της λαϊκότητας στην ελληνική «κλασσική» μουσική».
Σημείωσε ότι παρά την άποψη αρκετών πως η «κλασσική» μουσική δεν μπορεί να είναι «λαϊκή» γιατί απευθύνεται σε ένα στενό κύκλο μυημένων, εντούτοις «πραγματικά λαϊκό δεν είναι αυτό που γίνεται άμεσα αντιληπτό πλατειά από το λαό, αλλά αυτό που υπηρετεί το γιγάντιο πλέγμα των λαϊκών συμφερόντων, από τα πιο φανερά μέχρι τα πιο μύχια και κρυφά».
«Καθήκον των δυνάμεων που επιζητούν τη λαϊκότητα στην τέχνη είναι να μετατρέψουν το στενό κύκλο των μυημένων στη μουσική και σε κάθε είδος τέχνης, σε πλατύ κύκλο μυημένων» ανέφερε, τονίζοντας ότι αυτό ακριβώς επιδιώκει και πραγματοποιεί το ΚΚΕ εδώ και έναν αιώνα κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις, ακόμα και τις πιο δύσκολες.
Αναφερόμενη στους Αλ. Ξένο και Λ. Β. Μπετόβεν, είπε, μεταξύ άλλων, ότι το κοινό χαρακτηριστικό των δύο μουσουργών, παρά τη μεγάλη απόσταση που τους χωρίζει είναι πως «δημιούργησαν έργο που αντιπροσωπεύει σημαντικές και χρήσιμες κοινωνικά και ιστορικά ιδέες για τη συνεχή και -παρά τις παλινδρομήσεις – ανοδική πορεία της ανθρωπότητας προς την κοινωνική απελευθέρωση».
Η σύνθεση στο συμφωνικό ποίημα του Αλέκου Ξένου «ο Διγενής δεν πέθανε» έγινε το 1952, εμπνευσμένη από την εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη και αποτελεί ένα από τα αντιπροσωπευτικότερα έργα του μουσουργού. Τη σύλληψή της σύνθεσης άντλησε από την τραγωδία του ‘Αγγελου Σικελιανού «Ο θάνατος του Διγενή», για την οποία ο Ξένος είχε την ίδια χρονιά μελοποιήσει τα Χορικά.
«Το συμφωνικό ποίημά του Αλ. Ξένου «Κύπρος, Ελλάδα μας» γράφτηκε το 1964, μέσα σε ένα κλίμα αναζωογόνησης της διεθνιστικής αλληλεγγύης στον κυπριακό λαό με αφορμή την υπεράσπιση από τη Σοβιετική Ένωση της ανεξαρτησίας του νησιού από κάθε ξένη επέμβαση και την εναντίωσή της στα σχέδια του Αμερικάνικου και Εγγλέζικου ιμπεριαλισμού για ΝΑΤΟποίησή του. Μια εξέλιξη που λειτουργούσε ως αντίβαρο στις επιδιώξεις των τριών λεγόμενων εγγυητριών δυνάμεων – Βρετανίας, Τουρκίας και Ελλάδας- αλλά και των εθνικιστικών και αντικομμουνιστικών κύκλων της Κύπρου και της Ελλάδας να προετοιμάσουν το έδαφος για ένωση» είπε η Ε. Μηλιαρονικολάκη.
Αναφέρθηκε στο σύνολο του έργου του Αλ. Ξένου και στην πλουσιότατη εργογραφία του οι πηγές έμπνευσης της οποίας βρίσκονται στην έντονη και ασυμβίβαστη πολιτική του δράση από το 1936 που έγινε μέλος του ΚΚΕ.
«Ιδιαίτερα περήφανος φαίνεται ωστόσο να είναι ο ίδιος για τα αντιστασιακά τραγούδια που έγραψε στο βουνό, όπου κατέφυγε καταδιωγμένος από τους Ναζί το 1943, γιατί αγαπήθηκαν και τραγουδήθηκαν από πλήθος κόσμου, τέτοια σαν το Τραγούδι της Αλληλεγγύης, ο Ύμνος της ΕΠΟΝ, το Τραγούδι του ‘Αρη, το Τραγούδι για τ’ Αετόπουλα, ο ύμνος της ΠΕΕΑ που παρουσίασε στην ορκωμοσία της κυβέρνησης του Βουνού» πρόσθεσε.
Μιλώντας για την «κορυφαία μορφή της μουσικής τέχνης που άλλαξε την παγκόσμια μουσική ιστορία», Λ. Β. Μπετόβεν, επισήμανε ότι «υπήρξε μια τιτάνια προσωπικότητα, γιατί συνδύαζε το μεγαλοφυές μουσικό ταλέντο του με ένα ορμητικό, επαναστατικό πνεύμα».
«Στο έργο του συμπυκνώνεται η αντίληψη πως το ηρωικό άτομο που αγωνίζεται, μπορεί να υποφέρει, αλλά τελικά θριαμβεύει, ή αλλιώς η φράση: «Με αγώνα, για τη νίκη». Αυτό άλλωστε είναι και το περιεχόμενο της 5ης Συμφωνίας του. Το θέμα του έργου είναι η πάλη του ανθρώπου με το πεπρωμένο» τόνισε.
«Τόσο ο Μπετόβεν, όσο και ο Αλέκος Ξένος φαίνεται ότι συνειδητοποιούσαν πως ο χρόνος δεν αναγνωρίζει ελαφρυντικά στους σκέτους «ωραιοπλάστες», ούτε σε κείνους που απλά αντιγράφουν την οδυνηρή πραγματικότητα. Αντίθετα επιβραβεύει όσους παλεύουν για να την αλλάξουν.
Η ίδια – επιστημονικά τεκμηριωμένη και πρακτικά επαληθευμένη – ακλόνητη βεβαιότητα έθρεψε την 100χρονη αντοχή του Κόμματος μας στις απίστευτα σκληρές και αποθαρρυντικές δοκιμασίες, μαζί και στις επίμονες προσπάθειες της αστικής τάξης να το καταντήσει ακίνδυνο. Και θα εξακολουθήσει να το τροφοδοτεί με την ίδια αντοχή, ψυχρή υπομονή και συνειδητή επιμονή στους ανατρεπτικούς στόχους του, ώσπου η ανθρωπότητα να εξανθρωπιστεί.
Γι’ αυτό είναι σίγουρο πως η μουσική των δύο αυτών δημιουργών- αν και «κλασσική» – θα μπει βαθιά στην καρδιά μας, διεγείροντας τις καλύτερες σκέψεις, αισθήματα και διαθέσεις για το δίκιο, την αναγκαιότητα και τη νίκη της πάλης που θ’ αλλάξει τον κόσμο» κατέληξε στην ομιλία της η Ε. Μηλιαρονικολάκη.
localStorage.clear();
Πηγή