Τετάρτη , 27 Νοέμβριος 2024

Φλαμπουράρης: Είμαστε αποφασισμένοι να δώσουμε ώθηση στην οικονομία

«Ως κυβέρνηση είμαστε αποφασισμένοι να δώσουμε την απαραίτητη ώθηση στην οικονομία γιατί η ανάγκη για δημιουργία θέσεων εργασίας και η μείωση της ανεργίας είναι επιτακτική και αποτελεί δέσμευσή μας προς το λαό που μας εμπιστεύτηκε».

Αυτό επισήμανε ο υπουργός Επικρατείας, αρμόδιος για το συντονισμό του κυβερνητικού έργου, Αλέκος Φλαμπουράρης, σε χαιρετισμό που απέστειλε στην 64η γενικής συνέλευσης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Πολιτικών Μηχανικών (ECCE), που φιλοξενείται για πρώτη φορά στο αμφιθέατρο του ΤΕΕ στην Αθήνα.

«Είναι η στιγμή όπου πρέπει να εκκινήσουν οι διαδικασίες ανάπτυξης», ανέφερε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι «ανάπτυξη χωρίς έργα δεν γίνεται».  Ο κ. Φλαμπουράρης τόνισε, ότι «οφείλουμε να αναλάβουμε δράση, ενώ πάνω από όλα απαιτείται σχεδιασμός, συντονισμός και συστράτευση όλων των δυνάμεων».

«Στο οικονομικό πεδίο η ελληνική κυβέρνηση έχει αναπτύξει για πρώτη φορά μία συνολική στρατηγική για τη βέλτιστη αξιοποίηση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών εργαλείων», ανέφερε από την πλευρά του, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, Ηλίας Ξανθάκος. Όπως εκτίμησε, «αν η τάση της οικονομίας συνεχιστεί και το φθινόπωρο, το 2016 θα κλείσει οριακά θετικό και εφόσον παραμείνουμε σε αυτή την πορεία, το 2017 ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι πάνω από 2,5%», ποσοστό για το οποίο «συμφωνούν τόσο η Κομισιόν όσο και το ΔΝΤ», όπως είπε.

Όπως εξήγησε ο κ. Ξανθάκος, το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων από 750 εκατομμύρια φέτος, αυξάνεται σε ένα δισεκατομμύριο το 2017, και επεσήμανε την στρατηγική συνεργασία με την ΕΤΕπ για ευρεία χρηματοδότηση έργων υποδομής, είτε μέσω του σχεδίου Γιουνκέρ, είτε με απευθείας δανεισμό προς το ελληνικό δημόσιο, με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους, όπως είπε.

Μάλιστα, ανέφερε ως παραδείγματα, το γεγονός ότι η χώρα έρχεται 6η στην απορρόφηση του σχεδίου Γιούνκερ, με 650 εκατομμύρια, την επικείμενη συμφωνία δανειοδότηση της γραμμής 4 του Μετρό, την ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Πελοποννήσου με διπλό υποβρύχιο καλώδιο και την επέκταση του δικτύου φυσικού αερίου σε 18 πόλεις, κάνοντας λόγο για έργα συνολικού ύψους 1,4 δισεκατομμυρίων ευρώ. Πρόσθεσε επίσης την επικείμενη δανειοδότηση από την ΕΤΕπ προς το ελληνικό Δημόσιο, για ευρύ πρόγραμμα πανεπιστημιακών κτιριακών υποδομών σε όλη την Ελλάδα (180 εκατ.), την ενεργοποίηση του ταμείου Έρευνας και Καινοτομίας (240 εκατ.), τη σύσταση του ταμείου υποδομών για μεσαία έργα ΣΔΙΤ στους τομείς της αστικής ανάπλασης και της ενεργειακής αναβάθμισης, την αναθεώρηση του ΚΕΝΑΚ για την ενεργοποίηση, μέσα στο 2017, των νέων προγραμμάτων ενεργειακής εξοικονόμησης. Αναφέρθηκε επίσης στην ενεργοποίηση του ταμείου επιχειρηματικότητας και του ταμείου συμμετοχών, τα οποία θα ενεργοποιηθούν εντός του 2016, ενώ αμέσως μετά θα ακολουθήσει η ενεργοποίηση του ταμείου μικροπιστώσεων, όπως είπε.

«Η κυβέρνηση θεωρεί εκ των ων ουκ άνευ την ενίσχυση κατά το μέγιστο δυνατόν, του κλάδου των κατασκευών», ανέφερε ο κ. Ξανθάκος, επισημαίνοντας ότι «τα σημάδια κατάρρευσης οφείλονται τόσο στην οικονομική κρίση όσο και στην προϋπάρχουσα παθογένεια του συστήματος».

Ο εκπρόσωπος του ΤΕΕ στη FEANI, κ. Άρης Χατζηδάκης, έκανε λόγο για βαθιά κρίση του κατασκευαστικού τομέα, εδώ και οκτώ χρόνια, επισημαίνοντας την ανάγκη τόνωσης της ρευστότητας της πραγματικής οικονομίας. Απ’ την πλευρά του, ο κ. Βασίλης Μπαρδάκης, πρόεδρος του συλλόγου πολιτικών μηχανικών, επεσήμανε το δυσανάλογο κόστος σε θέσεις εργασίας και οικονομικής μεγέθυνσης από τη μη προώθηση των επενδύσεων στον κλάδο των υποδομών, σε σχέση με το όφελος που προκύπτει από την τόνωσή του, ενώ τόνισε κι αυτός με τη σειρά του, την επιτακτική ανάγκη οικονομικής ώθησης. Στο ίδιο μήκος κύματος, ο καθηγητής του ΕΜΠ και πρώην γενικός γραμματέας συγχρηματοδοτούμενων έργων του υπουργείου Υποδομών, κ. Σέργιος Λαμπρόπουλος, έκανε λόγο για την ανάγκη αναστροφής της υποχρηματοδότησης των έργων του κατασκευαστικού κλάδου και την προώθηση μέτρων για τη διευκόλυνση κατασκευής πολλών μικρών βιώσιμων έργων, προσθέτοντας επίσης την ανάγκη για προώθηση ολιστικών μεθόδων εκπαίδευσης των μηχανικών στη χώρα.

«Η κρίση μπορεί να γίνει το σημείο εκκίνησης για μία νέα επιτυχή περίοδο», δήλωσε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου πολιτικών μηχανικών Β. Σύμτσακ. Επεσήμανε ωστόσο την ανάγκη για τόνωση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες, όπως είπε, αποτελούν τον πυρήνα της ανάπτυξης της ΕΕ και σημαντικό μέρος της Ευρωπαϊκής Οικονομίας. «Είναι ανάγκη να ξεκλειδώσουμε το δυναμικό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που είναι η ατμομηχανή της ανάπτυξης σε όλη την Ευρώπη, με τη διαμόρφωση του κατάλληλου πολιτικού και οικονομικού κλίματος. Μόνο έτσι θα αντιμετωπιστεί η ανεργία», ανέφερε. Επεσήμανε δε, ότι χρειάζεται η λήψη μέτρων για πάταξη της γραφειοκρατίας, η δημιουργία καθαρών και σταθερών κανόνων, αλλά και η δημιουργία ενός κλίματος οικονομικής ενθάρρυνσης, μέσω της μείωσης της φορολόγησης και της διευκόλυνσης της χρηματοδότησης.

Ο καθηγητής Φερνάντο Μπράνκο, πρώην πρόεδρος του ECCE, υπέδειξε ως ευκαιρίες τα έργα βελτίωσης και συντήρησης των υπαρχουσών υποδομών, την ανακατασκευή και την ενίσχυση της ενεργειακής αποδοτικότητας των κτιρίων, τη βελτίωση της σεισμικής θωράκισής τους, ιδιαίτερα στις σεισμογενείς χώρες του νότου, αλλά και την ανάγκη ανάπτυξης νέων οδικών και σιδηροδρομικών υποδομών. Επίσης, ιδιαίτερη αναφορά έκανε στον σχεδιασμό και την υλοποίηση έργων προστασίας των ακτογραμμών, εξαιτίας των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής και της ανόδου της στάθμης της θάλασσας, στη χρήση νέων ανακυκλώσιμων υλικών, αλλά και τη δημιουργία υποδομών και κτιρίων με μηδενικό ενεργειακό αποτύπωμα. Τέλος, επεσήμανε τη σημαντική ανάπτυξη που παρουσιάζει ο κλάδος στις αγορές της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής.

Όσον αφορά τη χώρα μας, σύμφωνα με στοιχεία του ΤΕΕ, στον κλάδο των κατασκευών παρατηρείται 62,5% ύφεση του κύκλου εργασιών από το 2008 έως το 2013, ενώ οι επενδύσεις σε υποδομές συρρικνώθηκαν από 3,7% του ΑΕΠ το 2006 σε 1,1% το 2015. Επίσης, οι επενδύσεις στην κατασκευή κατοικίας στην Ελλάδα συρρικνώθηκαν κατά 95% το διάστημα από το 2007 έως το 2016, αποτελώντας τη χειρότερη περίπτωση στην Ευρώπη των 28 και φυσικά μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης.


Πηγή