Ενώπιον δικαστηρίου εμφανίζεται σήμερα ο Νικολά Σαρκοζί, στο πλαίσιο της λεγόμενης «υπόθεσης των υποκλοπών», δίπλα σ’ έναν φίλο του δικηγόρο και σ’ έναν πρώην υψηλόβαθμο δικαστικό.
Όπως επισημαίνει το ΑΜΠΕ, είναι η πρώτη φορά στη μεταπολεμική ιστορία που ένας πρώην πρόεδρος της Γαλλίας δικάζεται για διαφθορά.
Πριν απ’ αυτόν, μόνον ένας άλλος πρώην πρόεδρος, ο Ζακ Σιράκ, είχε δικαστεί -και καταδικαστεί το 2011 σε δύο χρόνια με αναστολή για υπεξαίρεση δημόσιου χρήματος-, αλλά ο Σαρκοζί είναι ο πρώτος αρχηγός του κράτους που κατηγορείται για διαφθορά.
Ο 65χρονος Σαρκοζί δήλωσε πως βρίσκεται σε «μαχητική διάθεση» ενόψει της δίκης, κατά την οποία θα δικαστούν επίσης ο δικηγόρος Τιερί Ερζόγκ και ο συνταξιούχος δικαστής Ζιλμπέρ Αζιμπέρ.
Σύμφωνα με τον πρώην πρόεδρο, ο οποίος διακηρύσσει την αθωότητά του, η υπόθεση αυτή είναι «ένα σκάνδαλο που θα μείνει στα χρονικά».
Ο Σαρκοζί, ο οποίος αποσύρθηκε από την πολιτική μετά την ήττα του στις προκριματικές της δεξιάς στα τέλη του 2016, κινδυνεύει να του επιβληθούν κάθειρξη δέκα ετών και πρόστιμο ενός εκατομμυρίου ευρώ για διαφθορά και αθέμιτη άσκηση επιρροής, όπως και οι συγκατηγορούμενοί του — οι οποίοι δικάζονται εξάλλου και για παραβίαση του επαγγελματικού απορρήτου.
Η διεξαγωγή της δίκης, που έχει προγραμματισθεί να διαρκέσει τρεις εβδομάδες, θα εξαρτηθεί από την επιδημία της Covid-19, η οποία τις τελευταίες εβδομάδες έχει αναστατώσει τις ακροαματικές συνεδριάσεις σε άλλες υποθέσεις στο Παρίσι, καθώς και από ένα αίτημα να αναβηθεί για ιατρικούς λόγους, το οποίο έχει καταθέσει ο 73χρονος δικαστής Αζιμπέρ.
Η υπόθεση των «υποκλοπών» ξεκινά από μια άλλη δικαστική υπόθεση που απειλεί τον Νικολά Σαρκοζί: τις υποψίες ότι η Λιβύη είχε χρηματοδοτήσει την προεκλογική εκστρατεία του για την προεδρία το 2007.
Στο πλαίσιο αυτό, οι δικαστές είχαν αποφασίσει τον Σεπτέμβριο 2013 να θέσουν υπό παρακολούθηση τις τηλεφωνικές επικοινωνίες του πρώην προέδρου και στις αρχές του 2014 είχαν ανακαλύψει πως χρησιμοποιούσε μια μυστική γραμμή, με το ψευδώνυμο «Πολ Μπισμούτ», για να επικοινωνεί με τον δικηγόρο του, τον Τιερί Ερζόγκ.
Σύμφωνα με την κατηγορία, μερικές από τις συνομιλίες τους αποκάλυψαν την ύπαρξη ενός συμφώνου διαφθοράς: με τη μεσολάβηση του Ερζόγκ, ο Νικολά Σαρκοζί εξέταζε το ενδεχόμενο να βοηθήσει τον Αζιμπέρ να πάρει μια θέση στη Πριγκιπάτο του Μονακό την οποία εποφθαλμιούσε, αλλά δεν απέκτησε ποτέ.
Σε αντάλλγμα, σύμφωνα με την εισαγγελία, αυτός ο υψηλόβαθμος δικαστής έδωσε πληροφορίες, που καλύπτονταν από το απόρρητο, σχετικά με μια διαδικασία, την οποία είχε αρχίσει στο Εφετείο ο Σαρκοζί στο περιθώριο μιας άλλης υπόθεσης (της υπόθεσης Μπετανκούρ), ενώ επιχείρησε επίσης να επηρεάσει συναδέλφους του.
Αφού απαλλάχθηκε στην υπόθεση Μπετανκούρ στα τέλη του 2013, ο Νικολά Σαρκοζί είχε προσφύγει στο Εφετείο για να ακυρώσει την κατάσχεση των προεδρικών σημειωματαρίων του, για τα οποία πιστεύεται ότι μπορούν να ενδιαφέρουν τη δικαιοσύνη σε άλλες δικαστικές διαδικασίες.
Στις συνομιλίες του με τον δικηγόρο του, ο πρώην πρόεδρος δεσμεύθηκε να παρέμβει υπέρ του δικαστή Αζιμπέρ. «Εγώ θα τον κάνω να ανέβει», «θα τον βοηθήσω», λέει στον δικηγόρο Ερζόγκ.
Λίγο αργότερα, δηλώνει πως δεν πρόκειται να κάνει «το διάβημα» στις αρχές του Μονακό. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η μεταστροφή του αυτή μπορεί να οφείλεται στο ότι οι δύο άνδρες ανακάλυψαν πως τα ανεπίσημα τηλέφωνά τους παρακολουθούνται.
«Όλα αυτά είναι τμήματα φράσεων που έχουν αποκοπεί από το πλαίσιο στο οποίο είχαν λεχθεί», δήλωσε σήμερα το πρωί στο FranceInfo o Πολ-Αλμπέρ Ιβένς, δικηγόρος του Ερζόγκ, προσθέτοντας πως επρόκειτο απλώς για «συνομιλίες ανάμεσα σε πολύ παλιούς φίλους».
Το Οκτώβριο του 2017, η εισαγγελία είχε συγκρίνει τις μεθόδους του Νικολά Σαρκοζί με εκείνες ενός «έμπειρου κακοποιού».
Οι τρεις κατηγορούμενοι αρνούνται την ύπαρξη οποιουδήποτε «συμφώνου διαφθοράς» μεταξύ τους.
«Ο κ. Αζιμπέρ δεν έλαβε τίποτε, δεν έκανα κανένα διάβημα και το αίτημά μου (για τα σημειωματάρια) απορρίφθηκε από το Εφετείο», έχει υποστηρίξει ο πρώην πρόεδρος ήδη από το 2014.
«Θα εξηγηθώ ενώπιον του δικαστηρίου διότι εγώ αντιμετωπίζω πάντα τις υποχρεώσεις μου», επανέλαβε πρόσφατα στο γαλλικό κανάλι BFMTV και υπογράμμισε: «Δεν είμαι σάπιος».
Ο Νικολά Σαρκοζί δεν έχει σταματήσει να καταγγέλλει μια πολιτική εργαλειοποίηση της δικαιοσύνης, πολλαπλασιάζοντας τις προσφυγές, χωρίς όμως επιτυχία.
Η επικύρωση των υποκλοπών τον Μάρτιο του 2016 από το ανώτατο δικαστήριο είχε αποτελέσει μείζονα ήττα για τον πρώην πρόεδρο, ο οποίος εκτιμούσε πως υποκλοπή συνομιλιών ανάμεσα σ’ έναν δικηγόρο και τον πελάτη του είναι παράνομη.
Το ζήτημα αυτό θα συζητηθεί και πάλι στη διάρκεια της δίκης.
Τον Νικολά Σαρκοζί περιμένει μία ακόμη δίκη την άνοιξη: αυτή της υπόθεσης Bygmalion σχετικά με τα έξοδα της προεκλογικής εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές του 2012, τις οποίες έχασε με αντίπαλο τον σοσιαλιστή Φρανσουά Ολάντ.
Πηγή