Η κυβέρνηση των ΗΠΑ ανακοίνωσε χθες Δευτέρα την άρση σειράς περιορισμών σε βάρος της Κούβας.
Η άρση περιορισμών της κυβέρνησης Μπάιντεν προς την Κούβα έχει να κάνει κυρίως με τις διαδικασίες μετανάστευσης, τη μεταφορά χρημάτων και τις αεροπορικές συνδέσεις, απόφαση που προκαλεί σφοδρές αντεγκλήσεις στις ΗΠΑ, όπου το ζήτημα είναι πολιτικά ευαίσθητο, εν όψει των εκλογών του Νοεμβρίου.
Η ανακοίνωση αποτελεί καρπό της επανεξέτασης της αμερικανικής πολιτικής έναντι της σοσιαλιστικής κυβέρνησης της Κούβας από την κυβέρνηση του Δημοκρατικού προέδρου Μπάιντεν.
Τι περιορισμούς σε βάρος της Κούβας αίρει η Ουάσινγκτον
Στο δελτίο Τύπου που δημοσιοποιήθηκε από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η κυβέρνηση Μπάιντεν διευκρινίζει πως θα ξαναρχίσει πρόγραμμα το οποίο είχε ανασταλεί εδώ και αρκετά χρόνια και διευκολύνει τις διαδικασίες μετανάστευσης μελών της ίδιας οικογένειας. Υπόσχεται επίσης να αυξήσει τις δυνατότητες επεξεργασίας των αιτήσεων για τη χορήγηση θεωρήσεων διαβατηρίου στην Αβάνα.
Επιπλέον, η Ουάσινγκτον ανακοινώνει πως θα καταργήσει το πλαφόν των 1.000 δολαρίων ανά τρίμηνο και ανά αποστολέα/παραλήπτη που εφάρμοζε ως τώρα στις μεταφορές χρημάτων προς την Κούβα, ενώ θα επιτρέπει στο εξής την αποστολή χρημάτων και μεταξύ προσώπων που δεν ανήκουν στην ίδια οικογένεια. Τονίζει όμως πως οι χρηματοοικονομικές ροές αυτές δεν θα επιτρέψει να «πλουτίσουν» πρόσωπα, ή οντότητες, που κατηγορεί για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Το πλαφόν αυτό είχε αποφασιστεί από την προηγούμενη κυβέρνηση του Ρεπουμπλικάνου Ντόναλντ Τραμπ, στο πλαίσιο ομοβροντίας μέτρων σε βάρος της Αβάνας κατά τη διάρκεια της θητείας του.
Αυξάνονται οι πτήσεις ΗΠΑ-Κούβας
Η κυβέρνηση Μπάιντεν θα επιτρέψει επίσης να αυξηθούν οι πτήσεις που συνδέουν τις ΗΠΑ και την Κούβα, καθώς και να εκτελούνται δρομολόγια προς και από άλλες πόλεις, πέραν της πρωτεύουσας της νήσου. Θα άρει την απαγόρευση κάποιων ομαδικών ταξιδιών που εφαρμοζόταν ως τώρα.
Οι οικονομικές κυρώσεις σε βάρος φυσικών και νομικών προσώπων εξακολουθούν ωστόσο να ισχύουν, φρόντισε να υπενθυμίσει η Ουάσινγκτον.
Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν χθες είναι «πρακτικές αποφάσεις προορισμένες να αντιμετωπιστεί η ανθρωπιστική κατάσταση» στην Κούβα και να προσφερθούν «οικονομικές ευκαιρίες» στους Κουβανούς, εξήγησε ανώτερο στέλεχος της αμερικανικής κυβέρνησης.
Ο Δημοκρατικός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επιδιώκει μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην προσπάθεια να «υποστηριχθεί ο κουβανικός λαός» και να υποστηριχθεί όπως λέει ο πόθος του για δημοκρατία από τη μια και από την άλλη να επιδεικνύεται αυστηρότητα έναντι της κομμουνιστικής κυβέρνησης.
Το περασμένο καλοκαίρι, καταδίκασε την καταστολή διαδηλώσεων στην Κούβα και έλαβε σειρά μέτρων σε βάρος κουβανών αξιωματούχων. Η Αβάνα έκανε λόγο για κινητοποιήσεις υποκινούμενες από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες.
Το ζήτημα των σχέσεων με την Κούβα είναι πολιτικά «καυτό» στις ΗΠΑ, όπου ζει μεγάλη κοινότητα αντικομμουνιστών εξορίστων και Κουβανοαμερικανών.
Η ανακοίνωση «υπάρχει κίνδυνος να στείλει το λάθος μήνυμα στους λάθος ανθρώπους τη λάθος στιγμή και για λάθος λόγους», επέκρινε αμέσως ο Μπομπ Μενέντεζ, ο πρόεδρος της επιτροπής διεθνών σχέσεων της Γερουσίας, μολονότι εξέχων μέλος του Δημοκρατικού κόμματος.
Η συντηρητική αντιπολίτευση, από την πλευρά της, έχει στενές σχέσεις με τους αντικομμουνιστές εξόριστους και φθάνει στο σημείο να μιλά για «συμπαθούντες» του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Αβάνα στις τάξεις του Δημοκρατικού κόμματος, κάτι που επανέλαβε χθες ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Μάρκο Ρούμπιο.
Ο γερουσιαστής της Φλόριντας, όπου ζει το μεγαλύτερο μέρος της κουβανικής διασποράς στις ΗΠΑ, έκρινε επίσης ότι η απόφαση της κυβέρνησης Μπάιντεν αποτελεί «τα πρώτα βήματα προς την επιστροφή στην αποτυχημένη πολιτική του (πρώην προέδρου Μπαράκ) Ομπάμα έναντι της Κούβας».
Κατά τη διάρκεια της θητείας του, ο κ. Ομπάμα –του οποίου ο Τζο Μπάιντεν ήταν αντιπρόεδρος– έκανε την ιστορική επιλογή της αναθέρμανσης με τη νήσο της Καραϊβικής. Αλλά με την άφιξή του στον Λευκό Οίκο, ο Ντόναλντ Τραμπ έσπευσε να σκληρύνει τις κυρώσεις σε βάρος της Αβάνας, ακυρώνοντας τις αποφάσεις του Δημοκρατικού προκατόχου του ως προς τις διμερείς σχέσεις.
Πηγή