Ο βραβευμένος με Όσκαρ Denzel Washington επιστρέφει στον ρόλο του αυτόκλητου τιμωρού που ζει πια στη νότια Ιταλία με σκοπό να βρει τη γαλήνη και καταλήγει να τα βάζει με τη μαφία.
Το τρίτο κεφάλαιο της επιτυχημένης σειράς, σε σκηνοθεσία του Antoine Fuqua, σηματοδοτεί την επανένωση του Denzel Washington με την Dakota Fanning, σχεδόν 20 χρόνια μετά την κινηματογραφική τους συνεργασία στην ταινία «Δια Πυρός και Σιδήρου» (Man on Fire).
Ο Robert McCall έχει κάνει μερικά πολύ κακά πράγματα στη ζωή του ως μυστικός πράκτορας και από τότε που παραιτήθηκε, αναζητά την εξιλέωση. Επιστρατεύοντας τις φονικές του δεξιότητες για λογαριασμό των αδύναμων, έχει εξελιχθεί στην έσχατη και μοναδική ελπίδα για πολλούς ανθρώπους που δεν μπορούν να στηριχτούν στις δικές τους δυνάμεις.
Στην ταινία «The Equalizer 3: Το Τελευταίο Κεφάλαιο», που είναι, όπως λέει και ο τίτλος, το τελευταίο κεφάλαιο της τριλογίας, γίνεται ξεκάθαρο ότι παρόλο που θέτει τον εαυτό του στην υπηρεσία των αδύναμων, η άσκηση βίας συνεχίζει να τον καθορίζει, κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να αλλάξει. «Έρχεται αντιμέτωπος με τους δαίμονές του», λέει ο Denzel Washington που επιστρέφει στον ρόλο. «Αυτή η ταινία είναι πολύ διαφορετική από τις άλλες δύο, είναι πιο προσωπική. Έχει να κάνει με τη σωτηρία της ψυχής και την αποκοπή από το παρελθόν».
«Βιώνει μία εσωτερική μάχη», εξηγεί ο Antoine Fuqua, που επιστρέφει στην καρέκλα του σκηνοθέτη για την τρίτη ταινία της τριλογίας και την πέμπτη συνεργασία του με τον Washington. «Βοηθάει αυτούς που δεν μπορούν να τα καταφέρουν μόνοι τους, τιμωρώντας τους κακούς. Το έχει παρακάνει; Το απολαμβάνει; Το κάνει για τους σωστούς λόγους;».
Το πρόβλημα με τον McCall, λέει ο Washington, είναι ότι έχει παρασυρθεί από αυτή την ιδέα, διακινδυνεύοντας τη ζωή του. «Έχει εθιστεί στη δικαιοσύνη και έχει ξεπεράσει τα όρια στην άσκηση βίας», επισημαίνει ο Washington. «Πληρώνει το τίμημα. Και πρέπει να τα βρει με τον εαυτό του, να βασιστεί στους άλλους και να σταματήσει με αυτό το μοτίβο, αλλιώς θα πεθάνει. Με αυτόν τον τρόπο θα βρει επιτέλους τη γαλήνη».
«Αυτό που ήθελα να εξερευνήσω ήταν ένας άντρας στο χείλος του γκρεμού», συνεχίζει ο Fuqua. «Ο McCall αναρωτιέται για ποιο λόγο αξίζει να ζει. Φαίνεται ότι κάνει το σωστό, αλλά τιμωρείται συνεχώς. Οπότε πρέπει να αποφασίσει τι θα κάνει με τη ζωή του».
Η ταινία «The Equalizer 3: Το Τελευταίο Κεφάλαιο» στέλνει τον Robert McCall στο εξωτερικό για πρώτη φορά. «Το σχέδιο για την τρίτη ταινία πάντα ήταν να εκτυλίσσεται στο εξωτερικό», λέει ο σεναριογράφος Richard Wenk. «Δεν είχα πάει ποτέ στην Ιταλία, αλλά ξέρω ότι ο Denzel περνάει πολύ χρόνο εκεί. Οπότε, μέσα στην πανδημία, έκανα πολλή έρευνα. Φαντάστηκα ότι ο McCall μπορεί να καταλήξει εκεί για να νιώσει άνετα».
Ο Washington, που με την ταινία αυτή συνεργάζεται για πέμπτη φορά με τον Antoine Fuqua, λέει για τον σκηνοθέτη: «Τον εμπιστεύομαι απόλυτα και εκείνος το ίδιο. Ποτέ δεν αμφέβαλα για το ταλέντο του και την εμπειρία του. Είμαστε σαν αδέλφια». Ο Fuqua ανταποδίδει, «Ο Denzel με εκπλήσσει πάντα γιατί λειτουργεί σαν πρωταθλητής σε διαφορετικά περιβάλλοντα. Σε κάθε περίσταση, ο Denzel ζει τη στιγμή του χαρακτήρα. Καμιά φορά μπορεί να του κάνω ένα σχόλιο για κάτι που έκανε και δεν θυμάται τι έχει κάνει. Είναι τόσο βυθισμένος στη στιγμή. Οπότε λέω στους άλλους ηθοποιούς να βυθίζονται στη στιγμή μαζί του. Δεν γίνεται να δουλεύουμε με ειλημμένες αποφάσεις. Είναι σαν ένας χορός και ο Denzel ακολουθεί την πρόθεση της σκηνής κι εμείς κινούμαστε μαζί του».
Η Dakota Fanning ως Emma
Όταν ο McCall αποφασίζει να τα βάλει με τη μαφία, απευθύνεται σε μία πράκτορα της CIA, την Emma, την οποία υποδύεται η Dakota Fanning. Πρόκειται για τη δεύτερη συνεργασία της με τον Washington, μετά την ταινία «Δια Πυρός και Σιδήρου» του 2004.
Ο Washington δηλώνει ότι η Fanning διέθετε όλες τις δεξιότητες μιας
ώριμης ηθοποιού ήδη από τα 9 της χρόνια και ότι τώρα πια το ταλέντο της ανθίζει. «Ήξερε πώς να ερμηνεύσει από τότε και τώρα, που είναι μία ώριμη γυναίκα, το σπουδαίο ταλέντο της είναι προφανές».
«Η επανένωση της Dakota με τον Denzel ήταν κάτι πολύ ξεχωριστό», λέει ο Fuqua. «Η Dakota παίζει από τα πέντε της χρόνια και είναι επαγγελματίας. Όταν της έκανα ένα σχόλιο για την ερμηνεία της, το ενσωμάτωνε αμέσως. Είναι σαν σαμουράι».
Αναρρώνοντας από έναν τραυματισμό μετά από πυροβολισμό που μπορεί να τον αναγκάσει να παραιτηθεί, ο McCall απευθύνεται στην Emma που μόλις έχει αρχίσει την καριέρα της στη CIA. «Έχει έντονη διαίσθηση και το ένστικτο να αξιολογεί τις λεπτομέρειες, οπότε αντιλαμβάνεται μια οικειότητα με τον McCall αλλά δεν μπορεί να την κατανοήσει πλήρως», εξηγεί η Fanning. «Έχει μόλις ξεκινήσει να εργάζεται για τη CIA και αρπάζει την ευκαιρία να ανελιχθεί. Είναι φιλόδοξη και θέλει όχι μόνο να ανέβει στην ιεραρχία, αλλά και να βοηθήσει τους άλλους. Όσο η αποστολή γίνεται πιο σημαντική, αντιλαμβάνεται ότι το ρίσκο είναι μεγάλο και στύβει το μυαλό της για να συνδέσει όλα τα στοιχεία με τη βοήθεια του McCall».
Η επικοινωνία ανάμεσα στον McCall και την Emma χαρακτηρίζεται από κωδικοποιημένα τηλεφωνήματα και μηνύματα. «Μιλήσαμε πολύ για το κυνήγι γάτας και ποντικιού που παίζουν η Emma και ο McCall και πώς προκαλούν ο ένας τον άλλον», λέει η Fanning. «Ο McCall κινείται με έναν αέρα μυστηρίου και η Emma προσπαθεί να εξιχνιάσει ποιος είναι, γιατί είναι εκεί, πώς βρήκε το τηλέφωνό της και πώς συνδέονται».
Η Πόλη
Όταν ο McCall βρίσκεται σε μία μικρή πόλη στη Nότια Ιταλία, μαγεύεται από το σκηνικό, το απίθανο φαγητό, την ιστορία, αλλά κυρίως από τους ντόπιους. Μετά από μία πορεία βουτηγμένη στη βία και την εκδίκηση, αυτοί οι ευγενικοί άνθρωποι -ο γιατρός, η μπαρίστα, ο διευθυντής της αστυνομίας- τον αποδέχονται και του δίνουν μία ευκαιρία να ζήσει ήρεμα.
Τους ρόλους αυτούς ανέλαβαν Ιταλοί ηθοποιοί, μερικοί γνωστοί στο εξωτερικό και άλλοι πρωτοεμφανιζόμενοι σε χολιγουντιανή παραγωγή. «Η ταινία βρίθει από ταλέντο νέων ηθοποιών» λέει ο Washington.
«Πολλοί από αυτούς έχουν ένα λαμπρό μέλλον μπροστά τους».
Όποιος έχει περάσει έστω και λίγες μέρες στην Ιταλία ξέρει ότι οι ντόπιοι παίρνουν τον καφέ τους πολύ στα σοβαρά. Είναι μία παράδοση που ο ίδιος ο McCall ενστερνίζεται. Τον ρόλο της μπαρίστα Aminah υποδύεται η Gaia Scodellaro. Ο Fuqua θυμάται, «Είχα κάνει πολλές συζητήσεις για το αν θα μπορούσα να βρω μία γυναίκα μισή μαύρη και μισή Ιταλίδα, που να είναι
όμορφη, να μιλάει ιταλικά και αγγλικά, και να μπορεί να παίζει δίπλα στον Denzel Washington. Πίστευα ότι έψαχνα ψύλλους στα άχυρα». Η Scodellaro εξηγεί τις ανάγκες του ρόλου, «Έχω αμερικάνικη και ιταλική καταγωγή, οπότε μιλάω και τις δύο γλώσσες. Είχε ενδιαφέρον να ενσωματώσω όλα αυτά γιατί δεν μιλάω τα αγγλικά με ιταλική προφορά. Οπότε ο εγκέφαλός μου έπρεπε να κάνει μεγάλη προσπάθεια».
Ευτυχώς, η Scodellaro αγκάλιασε τον ρόλο. «Ένιωσα πραγματικά κοντά στην Aminah. Είναι πολύ ευαίσθητη αλλά και δυνατή γυναίκα. Έχει περάσει δύσκολες καταστάσεις στη ζωή της. Αυτό με αφορά, γιατί όλοι έχουμε περάσει διάφορα».
Η Scodellaro λέει ότι όταν ο Robert McCall καταφθάνει στη μικρή πόλη, όλοι παραξενεύονται στην αρχή. «Μας φαίνεται συναρπαστικός. Αλλά τον αφήνουμε να βρει τους ρυθμούς του και τον παρατηρούμε από μακριά. Μετά από τόσες προκλήσεις, ψάχνει την ηρεμία. Προσπαθεί να βρει πού ανήκει».
Ο Remo Girone, που είναι γνωστός στην Ιταλία και πρόσφατα υποδύθηκε τον Enzo Ferrari στην ταινία «Κόντρα σε Όλα» (Ford v Ferrari), παίζει έναν άλλο Enzo, τον γιατρό της πόλης. «Είναι ο γιατρός της πόλης και όλοι τον σέβονται», λέει ο Girone. Ο Enzo λέει λίγες κουβέντες και όλοι τον ακούνε. «Οι αστυνομικοί βρίσκουν τον Robert McCall στον δρόμο», εξηγεί ο ηθοποιός. «Είναι προφανές ότι έχει χτυπηθεί από σφαίρα. Αλλά ο Enzo τους λέει ότι έπεσε και άρα τον προστατεύει».
Τον ρόλο του Giorgio, του αρχηγού της αστυνομίας, ανέλαβε ο Eugenio Mastrandrea. «Ο Antoine ήθελε να δώσει στον Giorgio μία αίσθηση αξιοπρέπειας και ευθύνης απέναντι στην πόλη», λέει ο ηθοποιός. «Έχει περάσει δύσκολα και θέλει να προστατέψει τους πολίτες και την οικογένειά του».
Τον ρόλο του Vincent, του μαφιόζου που τρομοκρατεί την πόλη, υποδύεται ο Andrea Scarduzio. «Κανείς δεν πιστεύει για τον εαυτό του ότι είναι κακός και ούτε ο Vincent πιστεύει ότι είναι κακός», λέει ο ηθοποιός. «Πιστεύει ότι κάνει κάτι καλό. Παρόλο που είναι σκληρός και βίαιος, προσπαθεί να βελτιώσει τον εαυτό του και διαβάζει βιβλία και ψάχνει έμπνευση από σοφούς ανθρώπους του παρελθόντος. Βλέπει τον εαυτό του ως έναν άντρα που θα εξιλεωθεί. Θέλει να φτιάξει έναν καλύτερο κόσμο για όλους, ακόμα κι αν πετάει ανθρώπους έξω από τα σπίτια τους και πείθει τον εαυτό του ότι το κάνει για το καλό τους».
Παραλειπόμενα
Ο διευθυντής φωτογραφίας Robert Richardson έχει ξανακάνει γύρισμα στην Ιταλία με την ταινία «Eat Pray Love».
Η πόλη της ταινίας είναι το Atrani, στην ακτή Amalfi.
Η πόλη επιλέχθηκε γιατί συνδυάζει το βουνό με τη θάλασσα και δίνει την αίσθηση του απομονωμένου τόπου, όπου
ο McCall αναζητά τη γαλήνη.
Για τις ανάγκες της ταινίας η σκηνογραφική ομάδα κατασκεύασε μερικά σκηνικά, όπως το καφέ της Aminah στην πλατεία του Atrani.
Σημείο αναφοράς για τα ρούχα της Aminah ήταν η Sophia Loren.
Για τις σκηνές μάχης, ο Washington έκανε εντατική προπόνηση στο μποξ.
Πηγή