Την τελευταία του πνοή σε ηλικία 77 ετών άφησε ο σπουδαίος βετεράνος Γερμανός ποδοσφαιριστής, Γιούργκεν Γκραμπόφσκι.
Ο εκλιπόν ήταν ένας από τους μεγάλους «καλλιτέχνες» του ποδοσφαίρου. Ο «Γκράμπι» πέθανε το απόγευμα της Πέμπτης σε ηλικία 77 ετών, με την Άιντραχτ Φρανκφούρτης και όλο το ποδόσφαιρο στη Γερμανία να θρηνεί την απώλεια ενός θρύλου.
Ο Γκραμπόφσκι ήταν μια από τις εμβληματικές προσωπικότητες του φούσμπαλ στη φανταστική δεκαετία του 1970, με τη φιγούρα του να είναι αποτυπωμένη στη μνήμη όσων είχαν προλάβει να τον δουν στους αγωνιστικούς χώρους.
Ο ποδοσφαιριστής που φόρεσε σε όλη του την καριέρα μόνο τη φανέλα της Άιντραχτ και αυτή της νατσιονάλ μάνσαφτ, σήκωσε το Παγκόσμιο Κύπελλο με την εθνική Δυτικής Γερμανίας το 1974 και έπαιξε βασικό ρόλο στην κατάκτηση του Μουντιάλ που είχε διοργανώσει η χώρα του.
Μετά το σοκ (0-1) απέναντι στην Ανατολική Γερμανία, ο Γκραμπόφσκι βοήθησε να ξεκινήσει η ανατροπή στο τουρνουά, με νίκη επί της Σουηδίας (4-2), σκοράροντας ένα γκολ. Στον τελικό του Μονάχου τα «πάντσερ» είχαν νικήσει την Ολλανδία των Κρόιφ και Νέεσκενς με 2-1, παρά το γεγονός ότι είχαν απέναντί τους την ομάδα που εισήγαγε στο λαοφιλέστερο άθλημα του πλανήτη τον όρο «απόλυτο ποδόσφαιρο».
Γεννημένος στις 7 Ιουλίου 1944 στο Βισμπάντεν, ο Γκραμπόφσκι ξεκίνησε ως επιθετικός και στη συνέχεια καθιερώθηκε ως ακραίος, ενώ μπορούσε να αγωνιστεί και ως επιτελικός μέσος.
Το 1965 μεταγράφηκε στη Φρανκφούρτη και με την ομάδα της Άιντραχτ έκανε τα πρώτα του βήματα σε επίπεδο ανδρικής ομάδας. Με τα κόκκινα και μαύρα της ομάδας κατάκτησε το Κύπελλο Γερμανίας το 1974 και το 1975, καθώς και το τότε Κύπελλο UEFA, το 1980.
Με την εθνική Δυτικής Γερμανίας μέτρησε 44 συμμετοχές και 5 γκολ. Ήταν μέλος της αποστολής στα Μουντιάλ το 1966 (αν και δεν έπαιξε), το 1970 και το 1974. Ήταν γνωστός για την ευελιξία του, καθώς μπορούσε να παίξει και στις δύο πλευρές της επίθεσης.
Η καριέρα του τερματίστηκε το 1980, ύστερα από τραυματισμό που υπέστη από τάκλιν του Λόταρ Ματέους, παίκτη της Γκλάντμπαχ τότε, σε έναν αγώνα πρωταθλήματος. Ωστόσο, κατάφερε να αφήσει το «στίγμα» του στο γερμανικό και παγκόσμιο ποδόσφαιρο.
Πηγή