Η άνευ προηγουμένου κυβερνοεπίθεση με περισσότερα από 200.000 θύματα σε τουλάχιστον 150 χώρες από την Παρασκευή τροφοδοτεί τον φόβο ενός «χάους στον κυβερνοχώρο», την ώρα που οι ειδικοί φοβούνται μια νέα έξαρση του ιού αύριο Δευτέρα όταν εκατομμύρια υπολογιστές τεθούν εκ νέου σε λειτουργία από τους χρήστες τους.
«Ο τελευταίος απολογισμός κάνει λόγο για περισσότερα από 200.000 θύματα, ιδίως επιχειρήσεις, σε τουλάχιστον 150 χώρες. Διεξάγουμε επιχειρήσεις εναντίον περίπου 200 κυβερνοεπιθέσεων κάθε χρόνο όμως δεν έχουν ξαναδεί ποτέ κάτι τέτοιο» δήλωσε σήμερα ο διευθυντής της Europol, Ρομπ Ουέινραϊτ στο τηλεοπτικό δίκτυο ITV.
Και τίποτα δεν έχει τελειώσει, συμπλήρωσε ο ίδιος, επισημαίνοντας ότι φοβάται πως θα καταγραφεί από αύριο αύξηση του αριθμού των θυμάτων «όταν ο κόσμος επιστρέψει στις εργασίες του τη Δευτέρα και ανοίξει τους υπολογιστές του».
«Δεδομένου ότι το εύρος είναι πολύ μεγάλο, μπορούμε να διερωτόμαστε εάν ο στόχος που είχαν ήταν το κυβερνοχάος» σημείωσε ο Λοράν Εσλόλ, διευθυντής στρατηγικής ασφάλειας στην εταιρεία Symantec, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Από τη Ρωσία στην Ισπανία και από το Μεξικό στο Βιετνάμ, εκατοντάδες χιλιάδες υπολογιστές, ιδίως στην Ευρώπη, «μολύνθηκαν» από την Παρασκευή από το κακόβουλο λογισμικό που απαιτεί λύτρα, το οποίο εκμεταλλεύεται ένα ελάττωμα των συστημάτων Windows.
Το κακόβουλο αυτό λογισμικό κλειδώνει τα αρχεία των χρηστών και τους αναγκάζει να πληρώσουν ένα ποσό σε bitcoin, ίσο με 300 δολάρια (275 ευρώ), προκειμένου να ξεκλειδώσει τα αρχεία.
Σύμφωνα με τον Ρομπ Ουέινραϊτ «προς το παρόν υπάρχουν αξιοσημείωτα λίγες πληρωμές» χωρίς να δώσει συγκεκριμένα στοιχεία.
Από την πλευρά της η εταιρεία ασφάλειας υπολογιστών Digital Shadows ανέφερε σήμερα ένα ποσό ύψους 32.000 δολαρίων που έχει συνολικά καταβληθεί σε bitcoin.
«Το να πληρώνετε τα λύτρα δεν αποτελεί εγγύηση για την επαναφορά των αρχείων» προειδοποιεί την ίδια ώρα το υπουργείο Εσωτερικής Ασφαλείας των ΗΠΑ.
Η επίθεση προκάλεσε σοβαρά προβλήματα μεταξύ άλλων στη λειτουργία βρετανικών νοσοκομείων, της γαλλικής αυτοκινητοβιομηχανίας Renault, της αμερικανικής εταιρείας FedEx, της ισπανικής εταιρείας τηλεπικοινωνιών Telefonica.
Η Europol, η οποία εκτιμά ότι καμία χώρα δεν στοχοθετήθηκε συγκεκριμένα, επιμένει στο γεγονός της πρωτοφανούς ταχύτητας διάδοσης του ιού «Wannacry».
«Ξεκίνησε με το να επιτεθεί σε βρετανικά νοσοκομεία προτού εξαπλωθεί ταχέως σε ολόκληρο τον πλανήτη. Μόλις ένας υπολογιστής “μολυνθεί”, ο ιός σκανάρει το τοπικό δίκτυο και μολύνει τους ευάλωτους υπολογιστές» εξήγησε ο εκπρόσωπος τύπου της Europol, Γιαν Οπ Γκεν Ερτ.
Η υπουργός Εσωτερικών της Βρετανίας Άμπερ Ραντ, εξάλλου, σε ένα άρθρο στη Sunday Telegraph προειδοποίησε ότι πρέπει να αναμένουμε και άλλες επιθέσεις. Υπογράμμισε δε ότι δεν «θα μάθουμε ενδεχομένως ποτέ την πραγματική ταυτότητα των δραστών».
«Η απειλή είναι ολοένα κι αυξανόμενη» τόνισε ο επικεφαλής της Europol.
localStorage.clear();
Πηγή